Συλλογές | |
---|---|
Τίτλος |
Οι Δαπάνες Έρευνας και Ανάπτυξης: ποιοι οι κυριότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες που σχετίζονται με την κεφαλαιοποίησή τους, όταν εφαρμόζονται τα ΔΛΠ: μία εμπειρική μελέτη γαλλικών εταιρειών εισηγμένων στο γαλλικό χρηματιστήριο |
Δημιουργός |
Λατσός, Δημήτριος |
Συντελεστής |
Τζόβας, Χρήστος Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής |
Τύπος |
Text |
Φυσική περιγραφή |
65σ. |
Γλώσσα |
el |
Περίληψη |
Με την παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιάσουμε τη σημασία των άυλων περιουσιακών στοιχείων για την μακροχρόνια βιωσιμότητα αλλά και την ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης, εστιάζοντας κυρίως την προσοχή μας στις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα, θα επικεντρωθούμε στον λογιστικό χειρισμό αυτής της κατηγορίας δαπανών όπως αυτός ορίζεται από τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (IFRS). Σύμφωνα με το ΔΛΠ 38, οι πόροι που αναλώνονται από μια επιχείρηση στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της για έρευνα και ανάπτυξη μπορούν αν πληρούνται ορισμένα κριτήρια, τα οποία και θα αναλύσουμε περαιτέρω στην παρούσα μελέτη, να κεφαλαιοποιηθούν και να συμπεριληφθούν κατ’ επέκταση στο άυλο Ενεργητικό της επιχείρησης. Η διακριτική ευχέρεια που διαθέτουν ορισμένοι μάνατζερ να αποφασίζουν ποιο μέρος των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη θα κεφαλαιοποιηθεί καθώς και η παρουσίαση των βασικών προσδιοριστικών παραγόντων που επηρεάζουν την απόφαση αυτή συνιστούν το κύριο αντικείμενο που πραγματεύεται η παρούσα εργασία. Στο δεύτερο κεφάλαιο λοιπόν, αναφερόμαστε γενικότερα στα άυλα περιουσιακά στοιχεία και παρουσιάζουμε την λογιστική τους αντιμετώπιση από το ΔΛΠ 38. Επισημαίνουμε κυρίως ότι για να αναγνωρίσουμε ένα στοιχείο ως στοιχείο του άυλου Ενεργητικού θα πρέπει να προσδοκούμε μελλοντικά οικονομικά οφέλη από την αξιοποίησή του και παράλληλα θα πρέπει να μπορούμε να το αποτιμήσουμε αξιόπιστα. Επίσης, αναφέρουμε τους τρόπους απόκτησής τους καθώς και τις μεθόδους μεταγενέστερης αποτίμησής τους.Στο τρίτο κεφάλαιο, παρουσιάζουμε την εξέλιξη των δαπανών Ε&Α στην Ευρώπη, στις αναπτυγμένες χώρες και κυρίως την Γαλλία. Μέσα από την αναφορά αυτή καθίσταται σαφές ότι ο τεράστιος ανταγωνισμός που επικρατεί στις μέρες μας μεταξύ των επιχειρήσεων κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για την δημιουργία γνώσης και καινοτομίας που θα οδηγήσουν στην δημιουργία άυλων στοιχείων, τα οποία με την σειρά τους θα επηρεάσουν θετικά την μελλοντική κερδοφορία των εταιρειών. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα δικαιώματα και κυρίως η έρευνα και η ανάπτυξη είναι μερικά από τα άυλα, τα οποία θα βοηθήσουν την εταιρεία να αποκτήσει ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Γενικότερα, οι αναπτυγμένες χώρες συμπεριλαμβανομένου και της Γαλλίας έχουν κατανοήσει πλήρως την μεγαλειώδη σημασία της δημιουργίας άυλων στοιχείων μέσα από την διαδικασία έρευνας και ανάπτυξης και για αυτό το λόγο επιλέγουν να δαπανούν ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ τους για τέτοιου είδους επενδύσεις.Στο τέταρτο κεφάλαιο, παραθέτουμε τις δύο αντικρουόμενες απόψεις που κυριαρχούν στον επιστημονικό κυρίως κόσμο για το εάν οι επιχειρήσεις θα πρέπει να κεφαλαιοποιούν ή όχι μέρος των δαπανών τους για Ε&Α. Αρκετοί λοιπόν, είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι μια πιθανή κεφαλαιοποίηση δαπανών Ε&Α αποτελεί ένδειξη θετικών προσδοκιών προς το επενδυτικό κοινό αναφορικά με τη μελλοντική πορεία μιας εταιρείας και κατ’ επέκταση τάσσονται υπέρ της μιας τέτοιας ενέργειας, όταν βέβαια πληρούνται όλα τα απαραίτητα κριτήρια αναγνώρισης που ορίζονται στο ΔΛΠ 38. Στο αντίποδα ωστόσο, υπάρχουν και εκείνοι που ενθαρρύνουν τις εταιρείες να μεταφέρουν απευθείας στην κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης το σύνολο των κεφαλαίων που ξοδεύουν για Ε&Α μιας και πιστεύουν ότι τις περισσότερες φορές η κεφαλαιοποίηση δαπανών αυτής της μορφής έρχεται ως επακόλουθο της πρόθεσης των διαφόρων μάνατζερ να χειραγωγήσουν τα αποτελέσματα της εταιρείας. Επίσης παρουσιάζονται προηγούμενες έρευνες που πραγματεύονται τόσο το ποια είναι η σχέση μεταξύ της κεφαλαιοποίησης των δαπανών Ε&Α και της χειραγώγησης των κερδών όσο και το ποιοι θεωρούνται οι σημαντικότεροι προσδιοριστικοί παράγοντες της απόφασης για κεφαλαιοποίηση. Ακόμη, εδώ τίθεται και το βασικό ερευνητικό ερώτημα της παρούσας εργασίας που έχει να κάνει με το κατά πόσο η επίτευξη συγκριτικών στόχων που αφορούν τα κέρδη αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα από τον οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η απόφαση της διοίκησης μιας εταιρείας να κεφαλαιοποιήσει τις δαπάνες της σε Ε&Α, υπό το πρίσμα όσων ορίζονται από τα ΔΛΠ. Στην συνέχεια, περιγράφονται αναλυτικά τα βήματα που αφορούν τον σχεδιασμό της έρευνας και παράλληλα γίνεται μια παρουσίαση των βασικών μεγεθών που θα χρησιμοποιηθούν στα υπό εξέταση μοντέλα καθώς και των προσδοκιών που δημιουργούνται από μια πιθανή μεταβολή τους.Στο τέλος της εργασίας, παρουσιάζουμε τα αποτελέσματα της εμπειρικής μας μελέτης και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τόσο η επίτευξη συγκριτικών στόχων αναφορικά με τα κέρδη (benchmark beating) όσο και η γενικότερη διαχείριση – πιθανή χειραγώγηση των κερδών (earnings management) αποτελούν καθοριστικής σημασίας παράγοντες για την απόφαση των εταιρειών, που εφαρμόζουν τα ΔΛΠ, να κεφαλαιοποιήσουν ή όχι τις δαπάνες του σε Ε&Α. |
Λέξη κλειδί |
Δαπάνες Έρευνας και Ανάπτυξης Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (IFRS) Άυλα περιουσιακά στοιχεία |
Ημερομηνία |
30-11-2016 |
Άδεια χρήσης |
https://creativecommons.org/licenses/by/4.0/ |