Abstract : | Τα τελευταία έτη έχουν διεξαχθεί πολλές μελέτες και έρευνες με κύριο αντικείμενο το φαινόμενο της διαφθοράς, το οποίο μπορούμε να υποστηρίξουμε πως αποτελεί ένα σύμπτωμα “αρρώστιας” που προκύπτει από τα δεινά της οικονομίας και αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές σε μια οικονομία αφού υπονομεύει την σωστή λειτουργία της διακυβέρνησης και τραυματίζει τις επιχειρήσεις. Κυρίαρχο ρόλο ενάντια στο φαινόμενο της εκτός συνόρων διαφθοράς και της δωροδοκίας αποτέλεσε η θέσπιση και η εφαρμογή του Νόμου για τις Πρακτικές Διαφθοράς στο Εξωτερικό (Foreign Corruption Practices Act – FCPA) το 1977 στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με στόχο την δημιουργία και την ανάπτυξη έντιμων επιχειρήσεων, αλλά και την διασφάλιση και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και της ακεραιότητας των εταιρειών στην αγορά μέσω της επιβολής των λογιστικών διατάξεων και των διατάξεων για την καταπολέμηση της δωροδοκίας.Όπως μπορεί να γίνει κατανοητό από μελέτες και έρευνες αλλά και από πραγματικά γεγονότα, το φαινόμενο της διαφθοράς και της επιβολής του Νόμου FCPA, μπορεί να επηρεάσει την αξία μιας επιχείρησης, την ανάπτυξη, την αποδοτικότητά της και συνεπώς το ενδιαφέρον των χρηματοοικονομικών αναλυτών γι’ αυτές. Σκοπός της δικής μας εμπειρικής μελέτης είναι να εξετάσουμε εάν και πότε οι χρηματοοικονομικοί αναλυτές κατά την αποτίμηση μιας επιχείρησης και τον προσδιορισμό της αξίας της, ενδιαφέρονται για το φαινόμενο της διαφθοράς και τον νόμο για τις Πρακτικές Διαφθοράς στο Εξωτερικό (FCPA).Για την επίτευξη του σκοπού που αναφέραμε παραπάνω, στην παρούσα μελέτη χρησιμοποιήθηκαν και αναλύθηκαν 13.900 αναφορές (reports) που δημοσιεύτηκαν από χρηματοοικονομικούς αναλυτές για 30 εταιρείες, οι οποίες εδρεύουν στην Αμερική και πραγματοποίησαν παραβίαση των εσωτερικών διατάξεων του νομού FCPA. Η συγκεκριμένη ανάλυση πραγματεύεται το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 2014, 2015 και 2016 (συγκεκριμένα έως τις 11/08/2016). Όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα της έρευνας, οι χρηματοοικονομικοί αναλυτές εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε μικρότερες εταιρείες που έχουν προβεί σε πράξεις διαφθοράς παρά σε μεγάλες εταιρείες – κολοσσούς. Επίσης, οι αναλυτές φαίνεται να πραγματοποιούν πιο εκτεταμένη αναφορά στα reports τους, σε επιχειρήσεις στις οποίες το ύψος του10προστίμου που επιβάλλεται από την επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αυξημένο σε σχέση με τις πωλήσεις τους, το λειτουργικό εισόδημά τους και την συνολική αξία των μετοχών τους, δηλαδή σε εκείνες που πλήττονται οικονομικά από την επιβολή των κυρώσεων.Προτείνουμε, μέσα από τα συμπεράσματα της δικής μας μελέτης, να ερευνηθεί περαιτέρω εάν οι συγκεκριμένες εταιρείες επηρεάζονται θετικά ή αρνητικά από την συμβολή των χρηματοοικονομικών αναλυτών μέσω των αναφορών τους για τις πράξεις διαφθοράς που πραγματοποίησαν, καθώς και κατά πόσο το συγκεκριμένο γεγονός μπορεί να μεταφραστεί σε χαμηλότερες επενδυτικές προτάσεις από πιθανούς μελλοντικούς επενδυτές.
|
---|