Abstract : | “Πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών - insider trading”, ένας όρος που υπόκειται σε διάφορες ερμηνευτικές προσεγγίσεις και σχετίζεται τόσο με νόμιμη όσο και με παράνομη δραστηριότητα. Αν και δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός για το insider trading η έννοια αυτή φαίνεται να καλύπτει ένα πλήθος θεμάτων που λαμβάνουν χώρα καθημερινά σε νόμιμα πλαίσια, όταν οι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών όπως εργαζόμενοι, διευθυντές και διευθύνοντες σύμβουλοι, αγοράζουν ή πωλούν μετοχές των εταιριών τους, σεβόμενοι την επιχειρηματική πολιτική της εταιρίας και τους κανόνες συναλλαγών. Ένα μεγάλο μέρος του insider trading αναφέρεται και στην παράνομη μορφή όπου οι κάτοχοι υψηλό-βαθμων θέσεων καθώς επίσης και μεγαλομέτοχοι μιας εταιρίας χρησιμοποιούν τα α-πόρρητα στοιχεία πριν κοινοποιηθούν στο επενδυτικό κοινό με στόχο την επίτευξη υπεραποδόσεων. Οι περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει και έχουν δημοσιευθεί σε επιφανή περιοδικά καταλήγουν στο συμπέρασμα, ότι οι insiders, λόγω της πρόσβασής τους σε μη δημοσιευμένα στοιχεία, πλεονεκτούν σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά, προκαλώντας συστηματικό κίνδυνο στους υπόλοιπους επενδυτές, γεγονός που τους οδηγεί σε μεγάλα κέρδη.Προς εξάλειψη αυτού του φαινομένου, θα πρέπει να εφαρμόζονται κατάλληλοι διορθωτικοί μηχανισμοί και ειδικότερα επαρκή θεσμικά πλαίσια ώστε να επιτυγχάνεται βέλτιστη διαφάνεια των συναλλαγών των κατόχων εμπιστευτικών πληροφοριών καθώς και διαφύλαξη της αποτελεσματικότητάς της στην ισχυρή της μορφή.Άμεσος συνδετικός κρίκος στην εξάλειψη των παραπάνω καθώς επίσης και βελτίωση της λειτουργίας των επιχειρήσεων, αποτελεί η εταιρική διακυβέρνηση. Ειδικότερα, αποτελεί ένα σύστημα αρχών επί τη βάση του οποίου οργανώνεται, λειτουργεί και διοικείται η ανώνυμη εταιρία, ώστε να διαφυλάσσονται και να ικανοποιούνται ό-λοι όσοι συνδέονται με την εταιρία στα πλαίσια του εταιρικού συμφέροντος.Με έναυσμα τα παραπάνω, η συγκεκριμένη εργασία έρχεται να μελετήσει την α-ντίδραση της ελληνικής κεφαλαιαγοράς σε πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι ε-μπιστευτικών πληροφοριών. Το εξεταζόμενο δείγμα αποτελείται από 565 ανακοινώσεις που προέρχονται από 247 εταιρίες που είναι ή ήταν εισηγμένες στο Χρηματιστή-ριο Αξιών Αθηνών το χρονικό διάστημα Σεπτέμβριος 2000 – Ιούνιος 2005, και οι ο-ποίες πραγματοποίησαν συναλλαγή.Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών που προ-βαίνουν σε αγοραπωλησίες μετοχών δημιουργούν σημαντικές υπεραποδόσεις. Ειδικό-τερα παρατηρήθηκε ότι την ημέρα συναλλαγής επιτυγχάνουν θετικές υπεραποδόσεις σε αγορές μετοχών ενώ αντίθετα εμφανίζονται αρνητικές στις πωλήσεις μετοχών.Συγκεκριμένα παρατηρήθηκε θετική υπεραπόδοση στο διάστημα ημερών [από 0 έως 4] στις αγορές μετοχών των insiders και αντίστοιχα αρνητικές υπεραποδόσεις σε όλο το εξεταζόμενο διάστημα. Λαμβάνοντας υπόψη το συγκεκριμένο, καθώς επίσης την ύπαρξη αρνητικής υπεραπόδοσης μίας ημέρας πριν την ανακοίνωση πώλησης δείχνει την ύπαρξη διαρροής πληροφόρησης στην ελληνική κεφαλαιαγορά, το οποίο σημαίνει ότι η αγορά δεν είναι αποτελεσματική στην ισχυρή της μορφή. Συνεπώς, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης συμπίπτουν με τις πε-ρισσότερες μελέτες που έχουν διεξαχθεί για τις αγορές του εξωτερικού, δηλαδή ότι οι πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών προκαλούν υπεραποδόσεις.
|
---|