Περίληψη : | Έχοντας ως βασική επιδίωξη την αποτελεσματικότερη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, διασφαλίζοντας παράλληλα τη σταθερότητα μέσα σε ένα πολύπλοκο κι ανταγωνιστικό περιβάλλον, η αναθεωρημένη Συνθήκη της Βασιλείας (Βασιλεία ΙΙ) , επισημαίνει την ανάγκη για ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου των εποπτικών παρεμβάσεων. Η παρούσα εργασία εστιάζει στη έκδοση Χρέους με Υπόταξη Εξόφλησης (Subordinated Debt) ως έναν αποτελεσματικό μηχανισμό της αγοράς για τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος. Το θεωρητικό πλαίσιο συμπληρώνει η εμπειρική μελέτη που διεξάγεται στα πλαίσια της παρούσας εργασίας για τις μεγαλύτερες Τραπεζικές Συμμετοχικές Εταιρίες (Bank Holding Companies-BHC), κατά την τελευταία τριετία (2005-2007), από την οποία προκύπτει ότι υψηλότερα επίπεδα Χρέους με Υπόταξη Εξόφλησης (ΧΥ), οδηγούν σε μείωση του τραπεζικού κίνδυνου για τα έτη 2005 και 2006. Το 2007, οπότε και αρχίζει επίσημα η εφαρμογή της αναθεωρημένης Συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ, αποτελεί μία ιδιόμορφη περίπτωση, καθώς ο τραπεζικός κλάδος στις Η.Π.Α. αντιμετώπισε σημαντική κρίση χάνοντας το ένα τέταρτο της αξίας του εξαιτίας της κρίσης στα επισφαλή στεγαστικά δάνεια. Ως αποτέλεσμα η θετική συσχέτιση που προκύπτει από την εμπειρική μελέτη της παρούσας εργασίας μεταξύ του επιπέδου του ΧΥ και του τραπεζικού κινδύνου δεν μπορεί να αξιολογηθεί, καθώς δεν απεικονίζει σωστά τη σχέση του ΧΥ με τον κίνδυνο. Επίσης καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος συσχετίζεται (θετικά ή αρνητικά ανάλογα με το θεωρητικό πλαίσιο) με μια σειρά λογιστικών δεικτών πέραν του επιπέδου ΧΥ ως ποσοστού επί των περιουσιακών στοιχείων της τράπεζας. Πρόκειται για τους δείκτες: ετήσιο καθαρό εισόδημα προς το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, καθαρό εισόδημα από τόκους προς το σύνολο των περιουσιακών, μόχλευσης, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας πρώτης βαθμίδας προς το μέσο όρο των συνολικών περιουσιακών στοιχείων, κεφαλαιακής επάρκειας δεύτερης βαθμίδας, προς το σύνολο των σταθμισμένων ως προς των κίνδυνο περιουσιακών στοιχείων και κεφαλαιακής επάρκειας και των τριών βαθμίδων, προς το σύνολο των σταθμισμένων ως προς των κίνδυνο περιουσιακών στοιχείων. Από τους παραπάνω δείκτες, αξίζει να αναφερθούμε στους τρεις δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, οι οποίοι συσχετίζονται αρνητικά με τον τραπεζικό κίνδυνο, γεγονός ιδιαίτερα αισθητό κατά το 2007, οπότε και οι τράπεζες ευθυγραμμίστηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό με το ρυθμιστικό πλαίσιο που προβλέπεται μέσω της Συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ.
|
---|