Περίληψη : | Αρχικώς επιχειρείται μια σύντομη ιστορική αναδρομή για το πως διεξαγόταν ηνομισματική πολιτική πριν την συστηματικοποίηση της στο τελευταίο τέταρτο του 20ουαιώνα. Εν συνεχεία αναλύεται τι μπορεί να επιτύχει η νομισματική πολιτική, πωςπραγματοποιείται η στόχευση του πληθωρισμού. Επιπλέον γίνεται αναφορά στο πωςεπηρεάζεται το επίπεδο τιμών αναλόγως τον τρόπο που εφαρμόζεται η επιλογή τουονομαστικού επιτοκίου. Στο τέλος του πρώτου κομματιού της εργασίας, περιγράφεται ημεταστροφή στη λειτουργία των Κεντρικών Τράπεζων, κατά την περίοδο Volcker –Greenspan, και η ανακύρηξη της μακροχρόνιας σταθερότητας των τιμών ως κύριο στόχο.Στο δεύτερο μέρος της διπλωματικής εργασίας, αρχικά γίνεται αναφορά στον κανόνατου Taylor και την εξέλιξη αυτού. Ο κανόνας του Taylor αναφέρεται στον τρόπο εξαγωγήςτου ονομαστικού επιτοκίου βάση μιας συναρτησιακής σχέσης με κάποιες σταθμισμένεςμεταβλητές. Ακόμα, γίνεται αναφορά σε διαφοροποιημένους κανόνες που υπάρχουν στηνβιβλιογραφία, οι οποίοι είναι μετεξέλιξη του αρχικού. Έπειτα ερευνάται πρακτικώς, αυτά πουαναφέρθηκαν θεωρητικά στο προηγούμενο κεφάλαιο. Μελετώντας τα επιτόκια ως εργαλείαπολιτικής, μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα για το αν ακολουθείται κάποιος κανόνας, καιπως επηρεάζονται από τις παραμέτρους που περιλαμβάνονται στα εκάστοτε μοντέλα.Με βάση δύο παρόμοιες Κεντρικές Τράπεζες, αυτές του Ηνωμένου Βασιλείου και τηςΙαπωνίας, αναδεικνύεται η τάση να ακολουθούνται διάφορα πλαίσια πολιτικών στηνδιαμόρφωση της νομισματικής πολιτικής. Τα εμπειρικά αποτελέσματα δείχνουν τόσοομοιότητες, όσο και διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες και ως επί το πλείστον θετική σχέσητου πληθωρισμού με τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια. Τα αποτελέσματα των παλινδρομήσεωνείναι στατιστικά σημαντικά ως σύνολο, ενώ και η πλειοψηφία των μεταβλητών είναι καιαυτές στατιστικά σημαντικές. Το ΗΒ είναι συνεπές με τις παραδοχές και προτάσεις τουTaylor σε όλα τα μοντέλα, ενώ η Ιαπωνία δρώντας σε πολυπλοκότερο περιβάλλον και μεάλλα δομικά προβλήματα, παρουσιάζει αποκλίσεις.
|
---|