Περίληψη : | Η ύπαρξη των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και των περιορισμένων δημοσίων πόρων για ανάπτυξη και αφετέρου οι αυξανόμενες κοινωνικές ανάγκες για σύγχρονες και ποιοτικές υποδομές, αποτελούν τους κυριότερους λόγους για την προσφυγή των κυβερνήσεων σε διάφορες μορφές συμπράξεων με ιδιώτες επενδυτές. Ο χώρος της Υγείας αποτελεί σήμερα μια από τις μεγαλύτερες -αν όχι τη μεγαλύτερη-δημοσιονομικές προκλήσεις στις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Η ανάγκη αυτή του διαρκούς εκσυγχρονισμού της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης σε συνδυασμό με τη στενότητα των δημόσιων πόρων ωθεί τις κυβερνήσεις στην αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των δημόσιων υποδομών μέσω άντλησης κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα. Μία αναπτυσσόμενη εναλλακτική σε σχέση με την άμεση κυβερνητική χρηματοδότηση των οικονομικών αναγκών του δημόσιου τομέα υπηρεσιών υγείας είναι η συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού - δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ ελληνική απόδοση, του αγγλικού όρου Public-Private Partnership- PPPs). Οι ΣΔΙΤ αποσκοπούν στην επίτευξη της μέγιστης δυνατής δημόσιας ωφέλειας, μέσω της κατασκευής έργων και της παροχής υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και ανταγωνιστικού κόστους. Βασική αρχή των συμπράξεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι η οικονομική αποδοτικότητα (Value For Money) των δημόσιων πόρων, δηλαδή η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων (ανθρώπινων, υλικών και άυλων) του δημόσιου τομέα προς όφελος της κοινωνίας. Το Βρετανικό μοντέλο ΣΔΙΤ στις υπηρεσίες Υγείας είναι γνωστό ως Πρωτοβουλία Ιδιωτικής Χρηματοδότησης(Private Finance Initiative- P.F.I). Τα επιχειρήματα υπέρ των ΣΔΙΤ εστιάζονται αφενός μεν στο ότι το NHS, με την εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων, θα εξασφάλιζε σύγχρονες κτηριακές υποδομές χωρίς να χρειαστεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, να επιβαρυνθούν οι πολίτες με πρόσθετη φορολογία, αφετέρου στο βασικό οικονομικό επιχείρημα ότι με τις ΣΔΙΤ αξιοποιεί ο δημόσιος τομέας την τεχνογνωσία ,την αυξημένη αποδοτικότητα και καινοτομία του επιχειρηματικού κλάδου. Τα εμπειρικά δεδομένα από τη δεκαετή εφαρμογή των ΣΔΙΤ στο νοσοκομειακό κλάδο της Βρετανίας συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα δεν προσφέρουν ποιότητα για την τιμή, καθώς το κόστος τους είναι υψηλό και μάλιστα συγκριτικά υψηλότερο σε σχέση με το συμβατικό τρόπο χρηματοδότησης μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και ότι δεν αποτελούν μια νέα μορφή χρηματοδότησης, αλλά μια νέα μορφή κυβερνητικού δανεισμού από τον ιδιωτικό τομέα. Η διεθνής εμπειρία των ΣΔΙΤ νομιμοποιείται στην Ελλάδα με την ψήφιση του Ν.3389/2005, χωρίς όμως να θίγεται ο δημόσιος χαρακτήρας του ΕΣΥ, ο οποίος παραμένει σήμερα στην Ελλάδα ως η βασική επιδίωξη της κοινωνίας. Στην παρούσα μελέτη θα αναλυθεί ένα δόκιμο μοντέλο το οποίο είναι η «Αυτοχρηματοδότηση Επενδυτικών Προγραμμάτων Υγείας» και το οποίο αποτελεί μια παραλλαγή του Private Finance Ιnitiative (PFI).Αναμφίβολα, είναι ακόμη πρώιμο να διατυπωθεί μια συνολική αποτίμηση για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα. Οι ΣΔΙΤ λειτουργούν στα όρια δημόσιου και ιδιωτικού τομέα , δεν αποτελούν ούτε κρατικοποίηση, ούτε ιδιωτικοποίηση περιουσιακών στοιχείων και υπηρεσιών, αλλά ένα «Τρίτο τρόπο» παροχής υπηρεσιών που στηρίζεται στη συνεργασία, μέσω σύμβασης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κεντρικός στόχος των σύγχρονων δημόσιων πολιτικών πρέπει να είναι η οικοδόμηση ενός αναδιοργανωμένου και επικαιροποιούμενου κοινωνικού προτύπου, το οποίο θα ενισχύει τη θεμελιώδη σχέση και την ισορροπία μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και ανταγωνιστικότητας από τη μια πλευρά και τα θεμελιώδη δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη από την άλλη.
|
---|