Κοινότητες στην ΠΥΞΙΔΑ
Επιλέξτε μια κοινότητα για να περιηγηθείτε στις συλλογές της.
Πρόσφατες Υποβολές
The influence of national culture on negotiation: insights from a U.S.–Japan case-based analysis
(2025-10-03) Παπασταμάτη, Ελένη; Papastamati, Eleni; Voliotis, Seraphim; Pechlivanos, Lambros; Blavoukos, Spyros
Στο διεθνές περιβάλλον, η διαπραγμάτευση είναι ταυτόχρονα έκφραση της κουλτούρας και στρατηγική διαδικασία. Η παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζει την καθοριστική επίδραση της εθνικής κουλτούρας στις διαπολιτισμικές διαπραγματεύσεις, διερευνώντας πώς αυτή διαμορφώνει τα διαπραγματευτικά στυλ, διαδικασίες και αποτελέσματα. Εφαρμόζοντας συγκριτική προσέγγιση Ανατολής-Δύσης και εστίαση στη δυάδα Ιαπωνίας-ΗΠΑ, ο στόχος είναι να προσδιοριστεί εάν, πώς και σε ποιο βαθμό η κουλτούρα ασκεί τόσο έμμεσες (συγκυριακές) όσο και άμεσες (στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων) επιδράσεις στον τρόπο επικοινωνίας, στον ρυθμό λήψης αποφάσεων και στη διαμόρφωση συμφωνιών..
Μεθοδολογικά, το θεωρητικό πλαίσιο αντλείται από τις διαστάσεις κουλτούρας του Hofstede και το μοντέλο υψηλού/χαμηλού πλαισίου του Hall,, προκειμένου να συγκροτήσει έναν αναλυτικό φακό για την «κουλτούρα εντός της διαπραγμάτευσης». Το πλαίσιο αυτό συμπληρώνεται από τη σύνθεση της σχετικής βιβλιογραφίας και καθιερωμένων συγκριτικών μελετών για διαπραγματεύσεις μεταξύ Ανατολής-Δύσης και Ιαπωνίας-ΗΠΑ. Η θεωρητική αυτή προσέγγιση εφαρμόζεται στη συνέχεια σε μια πραγματική μελέτη περίπτωσης συνεργασίας στην ανώτατη εκπαίδευση μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας (μετα-αναλυτική σύνθεση), προκειμένου να αναδειχθεί πώς οι αποκλίσεις κουλτούρας επηρεάζουν τη δυναμική των διαπραγματεύσεων.
Στη μελέτη περίπτωσης, η κουλτούρα εκδηλώθηκε με επαναλαμβανόμενες προστριβές σε επίπεδο διαδικασίας, που συσσωρευτικά οδήγησαν σε αποτυχία σύναψης συμφωνίας παρά τα προφανή αμοιβαία οφέλη. Τα ευρήματα αναδεικνύουν ότι οι επιδράσεις της κουλτούρας αναδύθηκαν μέσω διαφορετικών προσεγγίσεων στη συγκρότηση των διαπραγματευτικών ομάδων (ατομικισμός/συλλογισμός), διαφορετικών επικοινωνιακών μοτίβων (υψηλό/χαμηλό πλαίσιο), αποκλίνοντος χρονικού προσανατολισμού και διαφορετικής φιλοσοφίας ως προς το πλαίσιο της τελικής συμφωνίας. Συνολικά, οι ασυμβατότητες αυτές παρήγαγαν εμμένον διαδικαστικό και αντιληπτικό χάσμα στη διαπραγμάτευση, που εμπόδισε την αμοιβαία ανταλλαγή παραχωρήσεων και την προσαρμογή των δύο μερών, συνδράμοντας εντέλει στον εκτροχιασμό της συμφωνίας.
Η παρούσα μελέτη παρέχει κρίσιμες πληροφορίες για διεθνείς διαπραγματευτές, μέλη ακαδημαϊκής διοίκησης ,και στελέχη παγκόσμιων επιχειρήσεων, οργανισμών και θεσμικών οργάνων, υπογραμμίζοντας τη σημασία ενίσχυσης της επίγνωσης και της εμβάθυνσης του ρόλου της κουλτούρας, αμοιβαίας προσαρμογής και εξατομικευμένων στρατηγικών, με στόχο τη γεφύρωση των διαφορών, τον περιορισμό των παρερμηνειών και τη σύναψη βιώσιμων συμφωνιών.
Τέλος, η παρούσα διπλωματική εργασία τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα, επισημαίνοντας τα όρια και τους περιορισμούς της τρέχουσας βιβλιογραφίας στο πεδίο της κουλτούρας. Εισηγείται μελέτες που υπερβαίνουν δυτικοκεντρικές παραμέτρους και υποεκπροσωπούμενα δείγματα, προς πλουραλιστικές, συμπεριληπτικές και ευαίσθητες στο πλαίσιο προσεγγίσεις της κουλτούρας στη διαπραγμάτευση και πολυεπίπεδες ερμηνείες του ρόλου της.
VaR application to shipping companies returns
(2025-10-31) Roufogalis, Nikolaos; Gazis, Kyriakos; Konstantinou, Panagiotis; Androutsopoulos, Konstantinos; Drakos, Konstantinos
This thesis investigates the financial risk exposure of thirty-two listed shipping companies by applying the Value at Risk (VaR) methodology to stock returns. Particularly the analysis focuses on how leverage, prevailing market conditions and chartering risk-taking behavior influence the maximum potential stock price losses. Concretely for this scope, the study encompasses a panel dataset of thirty-two publicly listed shipping firms operating across various subsectors, including dry bulk, tanker, and LNG shipping, over a ten-year period from 2015 to 2025. Using quarterly stock return data, the research employs parametric Value-at-Risk (Variance-Covariance) approach, to enable the assessment of potential losses under both stable and volatile market conditions. Panel least squared model is running VaR at different confidence levels. The empirical findings of the regression indicate that despite the heterogeneity in risk profiles across shipping segments, higher leverage systematically increases downside risk, whereas firms with stronger market valuations measured by the book to equity variable exhibit lower risk exposure. At market level, financial markets sentiment and the macroeconomic conditions appear to have a significant effect on VaR, highlighting the level of shipping’s integration in capital markets. At the chartering policy level, the analysis explains the effect that the chartering mix has on the VaR, with the usage of dummy variables. All in all, the findings of this dissertation are able to provide useful insights for the shipping practitioners, the investors and the credit providers.
Modeling and predicting U.S. recessions using threshold - tree structured - logit models
(2025-11-18) Mitrakou, Theofania; Μητράκου, Θεοφανία; Besbeas, Panagiotis; Chasiotis, Vasileios; Vrontos, Ioannis
Forecasting economic recessions is a key component of macroeconomic analysis and policy planning. This thesis focuses on modeling and predicting U.S. economic recessions using binary regression models and modern machine learning techniques. The analysis begins with the application of classical Logit and Probit models and is extended to more advanced and flexible methods such as LASSO, Elastic Net, Random Forests, and Boosting. Emphasis is placed on capturing non-linear relationships through tree-based and threshold models. The empirical study is based on a wide range of macroeconomic and financial indicators, which are incorporated in lagged form to predict the probability of recession at various forecasting horizons: 1, 3, 6, and 12 months. Model performance is evaluated using standard statistical metrics such as accuracy, sensitivity (recall), and the ROC curve. Finally, the aim of the thesis is to identify the most effective predictive models and to better understand which economic indicators are most associated with the onset of recessions.
Διαπραγματεύσεις και στερεότυπα: πώς επηρεάζουν τη διαπραγμάτευση και τη συμπεριφορά του διαπραγματευτή
(2025-09-29) Μπρίλη, Δόμνα; Κοκκινάκη, Φλώρα; Καλυβίτης, Σαράντης
Η παρούσα έρευνα επικεντρώνεται στην επίδραση των πολιτισμικών και έμφυλων στερεοτύπων στις διαπραγματεύσεις, εξετάζοντας τον τρόπο που επηρεάζουν τις στρατηγικές των διαπραγματευτών και τα αποτελέσματα αυτών. Σκοπός της έρευνας είναι να αναλύσει πώς τα στερεότυπα, τόσο σε πολιτισμικό όσο και σε επίπεδο φύλου, επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα και την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση της έρευνας αναλύει σχετικές μελέτες που ασχολούνται με τα στερεότυπα και τη διαπραγμάτευση, εστιάζοντας σε έργα που εξετάζουν την επίδραση των πολιτισμικών διαφορών και των στερεοτύπων φύλου στη διαπραγματευτική διαδικασία. Ειδικότερα, η βιβλιογραφία αναφέρεται στη δυσκολία των διαπραγματευτών να εκτιμήσουν με αντικειμενικότητα τις ικανότητες του αντιπάλου τους λόγω των προκαταλήψεων που συνδέονται με το φύλο και την πολιτισμική καταγωγή. Επίσης, καταγράφονται στρατηγικές που ακολουθούν οι διαπραγματευτές για την αντιμετώπιση αυτών των στερεοτύπων, όπως η υπέρβαση των προκαταλήψεων μέσω της αυτογνωσίας και της διαπολιτισμικής ευαισθησίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι τα πολιτισμικά και έμφυλα στερεότυπα έχουν σημαντική επίδραση στην αντίληψη των διαπραγματευτών για τις ικανότητες και τις στρατηγικές των αντιπάλων τους. Η ανάπτυξη εμπιστοσύνης αποδεικνύεται δύσκολη όταν υπάρχουν προκαταλήψεις ή στερεότυπα που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τις αποφάσεις των διαπραγματευτών. Ωστόσο, οι διαπραγματευτές που είναι ευαισθητοποιημένοι στα στερεότυπα και προσπαθούν να τα κατανοήσουν και να τα διαχειριστούν στρατηγικά, έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιτύχουν θετικά αποτελέσματα και να δημιουργήσουν ισχυρές και διαρκείς σχέσεις εμπιστοσύνης με τους αντιπάλους τους. H έρευνα καταλήγει στο ότι η κατανόηση των πολιτισμικών και έμφυλων στερεοτύπων και η στρατηγική τους διαχείριση αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για την επιτυχία στις διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματευτές πρέπει να είναι ενημερωμένοι και ευαισθητοποιημένοι για τις διαφορές αυτές και να αναπτύξουν στρατηγικές που θα τους επιτρέψουν να εκμεταλλευτούν τις αντιφάσεις των στερεοτύπων, ενδυναμώνοντας τις διαπραγματευτικές τους ικανότητες και ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στις σχέσεις τους με άλλους διαπραγματευτές
Η σημασία της κριτικής σκέψης στις διαπραγματεύσεις
(2025-10-03) Φωτόπουλος, Νικόλαος Ν.; Κωνσταντίνου, Παναγιώτης; Μπουραντώνης, Δημήτρης; Σιώτης, Δημήτριος
Η παρούσα εργασία διερευνά τη σημασία της κριτικής σκέψης στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, εστιάζοντας στις γνωστικές, λογικές και συναισθηματικές παραμέτρους που επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων. Σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας και πολύπλοκης αλληλεπίδρασης, η επιτυχής διαπραγμάτευση δεν βασίζεται αποκλειστικά στη γνώση του αντικειμένου ή στις τεχνικές τακτικής, αλλά απαιτεί εις βάθος κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι νοητικές διεργασίες επηρεάζουν την αξιολόγηση εναλλακτικών και την οικοδόμηση στρατηγικής. Αρχικά, αναλύεται η έννοια της κριτικής σκέψης ως δεξιότητα που επιτρέπει τη συστηματική αξιολόγηση πληροφοριών, επιχειρημάτων και αποδείξεων. Εν συνεχεία, παρουσιάζονται βασικά μοντέλα και στάδια της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Το τέταρτο κεφάλαιο συνθέτει τα παραπάνω πεδία, εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο γνωστικές προκαταλήψεις, λογικές πλάνες και συναισθηματικοί παράγοντες παρεμβαίνουν αρνητικά στη διαπραγματευτική κρίση και απόδοση. Η εργασία καταλήγει στη διαπίστωση ότι η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης αποτελεί όχι μόνο πλεονέκτημα, αλλά αναγκαία προϋπόθεση για τη συγκρότηση αποτελεσματικών στρατηγικών διαπραγμάτευσης. Η μεταγνωστική επίγνωση, η αναγνώριση σφαλμάτων συλλογιστικής και η χρήση εργαλείων ελέγχου επιχειρηματολογίας συνιστούν πρακτικά
μέσα ενίσχυσης της διαπραγματευτικής ικανότητας. Η μελέτη προτείνει την ενσωμάτωση αυτών των δεξιοτήτων στην εκπαίδευση διαπραγματευτών, ώστε να ενισχυθεί η γνωστική επάρκεια και η ευθυκρισία σε σύνθετα πλαίσια διαπραγμάτευσης.
