Διδακτορικές διατριβές
Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://pyxida.aueb.gr/handle/123456789/44
Περιήγηση
Πλοήγηση Διδακτορικές διατριβές ανά Ημερομηνία έκδοσης
Τώρα δείχνει 1 - 20 από 39
- Αποτελέσματα ανά σελίδα
- Επιλογές ταξινόμησης
Τεκμήριο Η γυάλινη οροφή στο χώρο των επιχειρήσεων υπό το πρίσµα της θεσµικής θεωρίας(02-05-2012) Ραφαηλίδου, Μυροφόρα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Παπαλεξανδρή, Νάνσυ; Σκούρας, Αθανάσιος; Αποσπόρη, ΕλένηΗ διδακτορική διατριβή είχε στόχο να εστιάσει στο κενό των ερευνητικών μελετών σχετικά με τη Γυάλινη Οροφή στην Ελλάδα αξιοποιώντας τη Θεσμική Θεωρία σαν ερμηνευτικό πλαίσιο του φαινομένου. Πιο συγκεκριμένα, στόχοι της διατριβής ήταν η διερεύνηση των διαφορών του εύρους της Γυάλινης Οροφής σε διαφορετικές κατηγορίες οργανισμών, τα αίτια που την προκαλούν, το πώς η ιδιαίτερη «θεσμική ταυτότητα» των οργανισμών επηρεάζει ή όχι τους μηχανισμούς δημιουργίας φαινομένων ανισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών εργαζομένων όπως αυτό της Γυάλινης Οροφής και του μισθολογικού χάσματος και με ποιο τρόπο. Παράλληλα, ενοποιεί τις μέχρι σήμερα επιμέρους διαφορετικές ερμηνείες του φαινομένου της Γυάλινης Οροφής υπό το πρίσμα της θεσμικής θεωρίας.Μερικά από τα βασικά ερωτήματα που απαντά παρούσα διατριβή είναι: α) Πώς η οργανωσιακή κουλτούρα της επιχείρησης επηρεάζει το εύρος της Γυάλινης Οροφής και της επαγγελματικής εξέλιξης των ανδρών και των γυναικών εργαζομένων; β) Η ύπαρξη διαφορών σε ατομικό επίπεδο μεταξύ ανδρών και γυναικών εργαζομένων ως προς διαστάσεις όπως το διοικητικό στυλ, οι ηγετικές φιλοδοξίες και η αντιλαμβανόμενη επαγγελματική ενθάρρυνση και το αν οι διαφορές αυτές επηρεάζουν την επαγγελματική τους εξέλιξη.γ) Διαφορές στην εργασιακή ικανοποίηση ανδρών και των γυναικών εργαζόμενων και ο ρόλος της επαγγελματικής ανέλιξης. δ) Διαφορές στην αντιλαμβανόμενη ισορροπία (ή ανισορροπία) επαγγελματικής και προσωπικής ζωής μεταξύ ανδρών και γυναικών εργαζομένων και σύνδεση αυτής με τον ρυθμό επαγγελματικής εξέλιξης.ε) Συσχετισμός των εμποδίων επαγγελματικής ανέλιξης των γυναικών εργαζομένων με την κουλτούρα των επιχειρήσεων σε επίπεδο στενού εργασιακού περιβάλλοντος και σε οργανωσιακό επίπεδο.στ) Αποτελεσματικότητα των πρακτικών διαχείρισης της ισότητας που εφαρμόζονται στις ελληνικές επιχειρήσεις και κατά πόσο συνεισφέρουν ή όχι στον περιορισμό των φαινομένων ανισότητας μεταξύ εργαζομένων των δύο φύλων.Για να δοθούν απαντήσεις σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα, εκτός από την σε βάθος επισκόπηση της διεθνούς και εγχώριας βιβλιογραφίας και αρθρογραφίας, χρησιμοποιήθηκαν πλούσια πρωτογενή ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία που προήλθαν: α) από συμπλήρωση ερωτηματολογίων από στελέχη επιχειρήσεων και οργανισμών και από επικεφαλής τμημάτων ΔΑΔ, β) από συνεντεύξεις με άνδρες και γυναίκες στελέχη με μεγάλη εργασιακή εμπειρία. Τα δεδομένα αυτά αξιοποιήθηκαν με τελικό στόχο την ανάπτυξη μοντέλων δομικών εξισώσεων αλλά και ιεραρχικών γραμμικών μοντέλων.Τεκμήριο Attribute level variety-seeking behavior(02-06-2020) Λουκοπούλου, Αποστολία; Loukopoulou, Apostolia; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Κοκκινάκη, Φλώρα; Ήντουνας, Κωνσταντίνος; Σταθακόπουλος, Βλάσιος; Αργουσλίδης, Παρασκευάς; Ανδρονικίδης, Ανδρέας; Θεοδωρίδης, Προκόπης; Μπάλτας, ΓεώργιοςΟ σκοπός της παρούσας διατριβής είναι διπλός: πρώτον, να διερευνηθεί η συμπεριφορά αναζήτησης ποικιλίας για ηδονικά και χρηστικά προϊόντα και να προσδιορισθούν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που οδηγούν στην εκδήλωση της συμπεριφοράς αυτής σε διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων. Δεύτερον, να εξετασθεί αν η αναζήτηση ποικιλίας είναι συμπεριφορική συνέπεια της υπερφόρτωσης επιλογών και να διερευνηθεί η τάση αναζήτησης ποικιλίας σε περιπτώσεις επιλογής από εξαιρετικά μεγάλες συλλογές προϊόντων. Για τους σκοπούς της διατριβής, πραγματοποιήθηκαν πέντε ανεξάρτητες, αλλά σχετιζόμενες πειραματικές μελέτες. Τα αποτελέσματα του πρώτου πειράματος δείχνουν ότι ο τύπος του προϊόντος (ηδονικός ή χρηστικός) και ο τύπος του χαρακτηριστικού (αισθητηριακός ή λειτουργικός) αλληλεπιδρούν στην συμπεριφορά αναζήτησης ποικιλίας: στα ηδονικά προϊόντα, οι καταναλωτές αναζητούν μεγαλύτερη ποικιλία σε αισθητηριακά χαρακτηριστικά, ενώ στα χρηστικά προϊόντα οι καταναλωτές αναζητούν μεγαλύτερη ποικιλία σε λειτουργικά χαρακτηριστικά. Το δεύτερο πείραμα επιβεβαιώνει έναν μηχανισμό κορεσμού πίσω από την αλληλεπίδραση του τύπου προϊόντος και του τύπου χαρακτηριστικού στην αναζήτηση ποικιλίας, όπου διαφορετικά επίπεδα κορεσμού σχετίζονται με συγκεκριμένους τύπους χαρακτηριστικών σε κάθε κατηγορία προϊόντος. Τα αποτελέσματα του τρίτου πειράματος δείχνουν ότι σε μια προϊοντική κατηγορία που δεν γίνεται αντιληπτή αμιγώς ως ηδονική ή λειτουργική, ο τύπος του χαρακτηριστικού δεν έχει στατιστικά σημαντική επίδραση στην αναζήτηση ποικιλίας. Όσον αφορά την αναζήτηση ποικιλίας στην περίπτωση επιλογής από εξαιρετικά μεγάλες συλλογές προϊόντων, τα αποτελέσματα του τέταρτου πειράματος δείχνουν ότι για τους καταναλωτές που αντιμετωπίζουν υπερφόρτωση επιλογών, η συμπεριφορά αναζήτησης ποικιλίας λειτουργεί ως ένας γνωστικός μηχανισμός προκειμένου να αποφύγουν να κάνουν δύσκολες συγκρίσεις. Τέλος, τα αποτελέσματα του πέμπτου πειράματος δείχνουν ότι οι μεγάλες συλλογές προϊόντων τείνουν να οδηγούν σε μεγαλύτερο κορεσμό καθώς οι καταναλωτές εστιάζουν λιγότερο στις πτυχές (χαρακτηριστικά) που διαφοροποιούν τα επεισόδια κατανάλωσης και αντιλαμβάνονται τη διαδικασία ως πιο επαναλαμβανόμενη. Ωστόσο, καταναλωτές που δεν έχουν οικειότητα με την προϊοντική κατηγορία τείνουν να αναζητούν τον ίδιο βαθμό ποικιλίας είτε επιλέγουν από μεγάλη είτε από μικρή συλλογή προϊόντων.Τεκμήριο Ρητορική και πρόκληση: τα συναισθήματα, οι αξίες και οι στάσεις των καταναλωτών έναντι ρητορικών προκλητικών διαφημίσεων(06-2011) Θεοδωράκης, Ιωάννης Γ.; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Παπαβασιλείου, Νικόλαος; Κοκκινάκη, Φλώρα; Σταθακόπουλος, ΒλάσηςΗ διαφυγή του καταναλωτή από τη διαφήμιση μοιάζει με ουτοπία στο σύγχρονο καταναλωτικό κόσμο. Μάλιστα, προκειμένου για τη διασφάλιση της καταναλωτικής ανταπόκρισης, οι επαγγελματίες εντείνουν την εφαρμογή ορισμένων τακτικών όπως είναι αυτές της ρητορικής και της πρόκλησης. Το παρόν πόνημα επικεντρώθηκε στη διερεύνηση της χρήσης αυτών των δύο τακτικών στο διαφημιστικό περιβάλλον αλλά και στην εξέταση των αντιδράσεων του δέκτη έναντι ανάλογων διαφημιστικών δημιουργιών. Ειδικότερα, το παρόν έργο συνίσταται στην πραγματοποίηση τεσσάρων ερευνών κάθε μία εκ των οποίων συμβάλλει στην παρακολούθηση των αποτελεσμάτων της ρητορικής εφαρμογής αλλά κύρια στην τελική έκβαση της αντιμαχίας τρόπον τινά, ανάμεσα στη ρητορική και την πρόκληση στη διαφήμιση. Κατά τον τρόπο αυτό, σε μία πρώτη έρευνα που πραγματοποιήθηκε εξετάστηκε η δυναμική της υιοθέτησης ρητορικής στη διαφήμιση και δη της τροπής που καλείται αντήχηση. Η αντήχηση αποτελεί ένα ρητορικό σχήμα στη μορφή λογοπαιγνίου και θεμελιώνεται στον πολλαπλασιασμό νοήματος που προκύπτει ανάμεσα στα οπτικά και τα λεκτικά δομικά της στοιχεία. Μάλιστα, στα πλαίσια της διερεύνησης αυτής υλοποιήθηκε μία επέκταση στην υπάρχουσα βιβλιογραφία αναλύοντας περαιτέρω τη ρητορική αντήχηση στην απλή και τη ενισχυμένη της μορφή συναρτήσει του κατά πόσο τα προαναφερόμενα συνθετικά της μέρη αποτελούν ρητορικά σχήματα per se. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προέκυψαν η χρησιμοποίηση της ρητορικής και δη της αντήχησης στο διαφημιστικό περιβάλλον συνεπάγεται υψηλότερη αρέσκεια για το διαφημιστικό, μικρότερα επίπεδα ενόχλησης, εκτενέστερη επεξεργασία ενώ ταυτόχρονα δεν είναι πιο δύσκολη στην κατανόηση συγκριτικά με ένα μη-αντηχητικό ερέθισμα. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα των επιμέρους περιπτώσεων αντήχησης, αποκαλύφθηκε ότι η εφαρμογή της ενισχυμένης της μορφής εκμαίευσε πιο ευμενείς ανταποκρίσεις συγκριτικά με την απλή σε όρους διαφημιστικής αρέσκειας. Στη βάση ενός κύριου χαρακτηριστικού της αντήχησης όπως είναι αυτό της ασυμβατότητας ανάμεσα στα οπτικά και τα λεκτικά συνθετικά της μέρη, διενεργήθηκε μία επόμενη μελέτη με στόχο την ανακάλυψη πιθανών ορίων αποτελεσματικότητας της εν λόγω τροπής. Τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας έδειξαν ότι η εφαρμογή ενισχυμένης αντήχησης προκαλεί θετικότερες αντιδράσεις σε όρους αρέσκειας και έλλειψης ενόχλησης συγκριτικά με συμβατά ή υψηλά ασύμβατα στην οπτικο-λεκτική τους βάση διαφημιστικά ερεθίσματα. Επιπλέον, συναρτήσει τηςχαμηλότερης αποτελεσματικότητας των συμβατών και υψηλά ασύμβατων διαφημιστικών προέκυψε η επιβεβαίωση της υπόθεσης αντίστροφου-U που αποκαλύπτει την ανωτερότητα των μέτρια ασύμβατων ερεθισμάτων σε ένα πλαίσιο ρητορικής εφαρμογής στη διαφήμιση. Έχοντας εξερευνήσει την αποτελεσματικότητα της αντήχησης αλλά και τα όρια της απόδοσής της, εξακριβώθηκε η δυνατότητα εφαρμογής του υπόψη ρητορικού σχήματος ως κατάλληλου εκπροσώπου της ρητορικής στα πλαίσια αντιμαχίας με την πρόκληση ως είδος διαφημιστικής έκκλησης. Κατά αυτό τον τρόπο, δύο επόμενες μελέτες κάθε μία εκ των οποίων θεμελιώθηκε στην διαχείριση ενός διαφορετικού απαγορευτικού θέματος, εξερεύνησαν τα αποτελέσματα της αντιμαχίας από μία σκοπιά συγκινησιακών εκδηλώσεων και στάσεων των θεατών. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη μελέτη εδράστηκε στη βία ως μορφή έκκλησης πρόκλησης ενώ η δεύτερη στον ερωτισμό. Και στην περίπτωση των μελετών αυτών αναδύθηκαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα τόσο ως προς τον έλεγχο των συγκινήσεων και των στάσεων μέσα στα συγκεκριμένα ρητορικώς ή μη δομημένα προκλητικά προωθητικά πλαίσια, όσο και ως προς την αποτελεσματικότητα της ρητορικής εφαρμογής έναντι της χρήσης απαγορευτικών θεματικών περιεχομένων. Αναλυτικότερα, διαπιστώθηκε πως η μορφή πρόκλησης διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο ως προς την εκδήλωση των ανταποκρίσεων των δεκτών αλλά και την αποτελεσματικότητα της αντήχησης στο να επιφέρει διαφοροποιήσεις των αποκρίσεων. Αρχικά λοιπόν, προέκυψε η διαφοροποίηση των συγκινησιακών αντιδράσεων αλλά και των προδιαθέσεων των δεκτών έναντι των προκλητικών διαφημίσεων ανεξαρτήτως εφαρμογής ή όχι της ρητορικής αντήχησης όπως και οι άμεσες επιδράσεις των συναισθημάτων στα μέτρα διαφημιστικής αποτελεσματικότητας. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την έκκληση βίας στο διαφημιστικό οι δέκτες εκδήλωσαν κυρίως αρνητικά συναισθήματα και δυσμενείς στάσεις σε αντίθεση με την έκκληση ερωτισμού όπου εκδήλωσαν θετικά συναισθήματα και ευμενείς στάσεις. Επιπλέον, με κυρίαρχο τον αρνητικό συγκινησιακό παράγοντα, τα συναισθήματα φάνηκε να παίζουν ιδιαίτερα επιδραστικό ρόλο στις στάσεις που διαμορφώνουν οι καταναλωτές προς το διαφημιστικό, την προβαλλόμενη επωνυμία αλλά και την πρόθεσή τους να αγοράσουν το προϊόν. Εν συνεχεία, ως προς τις διαφοροποιήσεις των αντιδράσεων των θεατών συναρτήσει της εφαρμογής αντήχησης στις επιμέρους περιπτώσεις της -απλή και ενισχυμένη- αναδύθηκαν διαφοροποιημένα ευρήματα. Στην μεν βίαιη έκκληση, η εφαρμογή ρητορικής αντήχησης δεν επιφέρει λιγότερο δυσμενείς αντιδράσεις σε όρους συγκινήσεων και στάσεων αλλά αντιθέτως, φαίνεται να εκμαιεύει αρνητικότερα αποτελέσματα συναρτήσει της μεγαλύτερης ενίσχυσής της. Από την άλλη, στα πλαίσια έκκλησης ερωτισμού, η εφαρμογή ρητορικής αντήχησης φαίνεται να προκαλεί θετικότερα αποτελέσματα τα οποία μάλιστα παρουσιάζονται ως ιδιαίτερα πιο ευνοϊκά στην περίπτωση που η αντήχηση λαμβάνει έναν ενισχυμένο χαρακτήρα. Τέλος, σε μία προσπάθεια περαιτέρω διερεύνησης των αποτελεσμάτων της ρητορικής-προκλητικής αντιμαχίας αλλά και συνυπολογισμού της σημασίας των προσωπικών αξιών των ατόμων, υλοποιήθηκε μία πρόσθετη εξέταση υιοθέτησης της αντήχησης σε προκλητικά διαφημιστικά πλαίσια θεμελιωμένα στην απεικόνιση βίαιου συμβολικού περιεχομένου. Στην τελευταία αυτή έρευνα τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν ότι ακόμη και στην περίπτωση διαφορετικής απεικονιστικής αποτύπωσης της βίας στο διαφημιστικό, εκδηλώνονται αρνητικές συγκινήσεις και στάσεις ενώ η εφαρμογή αντήχησης δεν καθιστά λιγότερο δυσμενείς τις αντιδράσεις. Επιπλέον, τόσο οι συγκινήσεις όσο και κάποιες εκ των προσωπικών αξιών ενέχουν επιδραστικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση των στάσεων με τα συναισθήματα ωστόσο -και κυρίως τα αρνητικά- να ασκούν την πιο συστηματική επίδραση. Επιπρόσθετα, δεν αναδύθηκε κάποια σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ των αξιών και των συγκινήσεων η οποία να παίζει σημαντικό ρόλο. Συναρτήσει των αποτελεσμάτων των επιμέρους ερευνών προκύπτει ότι οι σύγχρονοι επαγγελματίες θα πρέπει κατά βάση να υιοθετούν τη χρήση ρητορικών τεχνικών στη διαφήμιση και δη να εφαρμόζουν το ρητορικό σχήμα της αντήχησης. Ωστόσο, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τόσο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία διέπουν τη σχέση ανάμεσα στο οπτικό και το λεκτικό μέρος του διαφημιστικού τα οποία και αποτελούν τη δομική βάση του εν λόγω ρητορικού σχήματος όσο και το χρησιμοποιούμενο θεματολογικό περιβάλλον στο οποίο εφαρμόζεται η αντήχηση. Πιο συγκεκριμένα, εξαρτήσει του απαγορευτικού θέματος στο οποίο μπορεί να θεμελιώνεται το διαφημιστικό και ειδικότερα αν αυτό είναι βίαιο, οι επαγγελματίες θα πρέπει να αποφύγουν τη χρήση ρητορικής αντήχησης μιας και η τελευταία ενδέχεται να εξασφαλίζει μία αρνητική παρά θετική αισθητική εμπειρία εγείροντας κατά επέκταση ανάλογες δυσμενείς αντιδράσεις και διαφημιστική αναποτελεσματικότητα. Επιπλέον, θα πρέπει να λαμβάνουν έντονα υπόψη το συγκινησιακό χαρακτήρα ανάλογων διαφημιστικών πρακτικών ο οποίος σε κάθε περίπτωση εκμαιεύει έντονες συναισθηματικές αποκρίσεις ωστόσο, κατεύθυνσης ανάλογης με το απαγορευτικό θέμα στο οποίο μπορεί να εδράζεται η πρόκληση. Μάλιστα, ανεξάρτητα από την κατεύθυνση αυτή, θετική ή αρνητική, είναι δυνατόν η εφαρμογή ρητορικής αντήχησης να εντείνει ακόμη περισσότερο τις τελικές καταναλωτικές αποκρίσεις τόσο σε όρους συναισθημάτων όσο και προδιαθέσεων που καθορίζουν την αποτελεσματικότητα του διαφημιστικού. Σε κάθε περίπτωση, η ακαδημαϊκή κοινότητα δύναται να ακολουθήσει ουκ ολίγες ερευνητικές οδούς προς αποκόμιση πρόσθετης γνώσης. Κατά τον τρόπο αυτό, ανάμεσα σε άλλα, προτείνεται η περαιτέρω διερεύνηση της δυναμικής χρήσης των ρητορικών σχημάτων στην διαφήμιση, η εξέταση των επιδράσεων εφαρμογής πρόσθετων προκλητικών τεχνικών όπως και η παρακολούθηση των επιπτώσεων χρήσης ρητορείας σε ανάλογα διαφημιστικά περιβάλλοντα τα οποία ωστόσο, θα επαφίενται στην προώθηση μίας κοινωνικής ιδέας ή σκοπού παρά ενός καταναλωτικού προϊόντος ως και πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της παρούσας διατριβής.Τεκμήριο Investigating the path through which export market orientation influences export venture performance: the role of export sales strategy and marketing capabilities(06-2014) Makri, Katerina N.; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Katsikea, Evangelia; Avlonitis, George; Theodosiou, MariosIn response to certain important gaps in the extant export marketing literature the present research inquiry strives to investigate the role of export sales strategy and marketing capabilities in the path through which export market orientation influences export venture performance. Previous research endeavors based on the Resource Based View theory support the existence of a joint, complimentary relationship of sales force resources and capabilities on performance. However it seems that the particular path through which export sales strategy, and its association with specific marketing capabilities and resources contribute to enhanced export performance, requires further research attention. The objective of the present research attempt is to investigate the role of export sales strategy in conjunction with certain marketing capabilities available to an export venture. Drawing on the Resource Based View theory, the present research effort considers and empirically tests the role of marketing capabilities and export sales strategy in the path through which export market orientation influences export performance. Based on a thorough review of empirical studies which consider market orientation as a firm resource, we focus on investigating a series of relationships leading from export market orientation values, norms and behavior to export venture performance. Through this attempt, we aim to address critical gaps in both market orientation and RBV literature, theoretically and empirically. The results of this empirical effort, and in concert with the existing conceptual evidence, suggest that export sales strategy should not be examined in isolation, but within a broader and more interactive context of resources and capabilities embedded within an exporting organization. Particularly, export sales strategy is an important driver of export performance by effectively capitalizing on the resources and capabilities of the firm. Our empirical evidence reveals that effective implementation of export sale strategies contribute to enhanced export market and financial performance, and that export market orientation (firm resource) and marketing capabilities play an important role in enabling effective export sales strategy implementation in export venture markets within a competitive and turbulent environment that exists in foreign markets.Τεκμήριο Nation brand: exploring the concept(09-05-2016) Psimouli, Maria; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Avlonitis, GeorgeThe present thesis attempted to explore nation brand’s aspects (international touch points) under a factual perspective that would allow delineation of the construct of nation brand equity and examination of its relationship with a nation’s competitiveness in the global environment. In parallel, the potential role of each country’s specific resources was taken into account. The main research question of this dissertation was whether there is a link between Nation Brand Equity and Nation Competitiveness. In order for this question to be answered, several sub-questions were explored not only for the total database (80 countries over a 4-year period) but also for various groupings of countries according to their stage of economic development (using the World Economic Forum classification as a basis) and on a per year basis.The findings that were revealed in the end seem to shed more light on the role of nation branding in the competitive international environment, contribute to the understanding of respective concepts and the relationships among them, and unveil fields for further research.Τεκμήριο Διερεύνηση των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των χαρακτηριστικών του επιχειρηματία και του προσανατολισμού στην επιχειρηματικότητα και το μάρκετινγκ της μικρομεσαίας επιχείρησης(15-04-2019) Κοττίκα, Ευθυμία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Δημητριάδης, Σέργιος; Γούναρης, Σπυρίδων; Ήντουνας, Κωνσταντίνος; Βακόλα, Μαρία; Γαλανάκη, Ελεάννα; Τσόγκας, Μάρκος; Σταθακόπουλος, ΒλάσιοςΗ παρούσα ερευνητική προσπάθεια επικεντρώνεται στο χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (Μ.Μ.Ε.). Στόχος της έρευνας είναι η διερεύνηση των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας και των ικανοτήτων των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, του προσανατολισμού στην αγορά και του προσανατολισμού στην επιχειρηματικότητα της μικρομεσαίας επιχείρησης και της απόδοσής της. Επιπρόσθετα, πραγματοποιήθηκε και δειγματοληψία δεύτερου σταδίου με στόχο τη διερεύνηση των λόγων και των τρόπων επιβίωσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην αρχική έρευνα. Η ερευνητική προσέγγιση που ακολουθήθηκε είναι η ποσοτική έρευνα με δομημένο ερωτηματολόγιο. Πραγματοποιήθηκε δειγματοληψία και συλλογή των δεδομένων συνολικά από 250 επιχειρηματίες που ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα στις μικρομεσαίες εταιρίες τους. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των μικρομεσαίων επιχειρηματιών (ανάγκη για επιτεύγματα, αισιοδοξία, σημείο ελέγχου και διαπραγματευτικές ικανότητες) έχουν άμεση και θετική επίδραση στον προσανατολισμό στην αγορά της μικρομεσαίας επιχείρησης, ότι συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των επιχειρηματιών (αισιοδοξία, ανάληψη ρίσκου και διαπραγματευτικές ικανότητες) έχουν άμεση και θετική επίδραση στον προσανατολισμό στην επιχειρηματικότητα της μικρομεσαίας επιχείρησης, ότι ο προσανατολισμός στην επιχειρηματικότητα επιδρά θετικά στον προσανατολισμό στην αγορά και επίσης διαπιστώθηκε ότι τόσο ο προσανατολισμός στην επιχειρηματικότητα όσο και ο προσανατολισμός στην αγορά επιδρούν θετικά στην απόδοση της μικρομεσαίας επιχείρησης. Τέλος, το δεύτερο σκέλος της έρευνας ανέδειξε τους κύριους λόγους και τρόπους που οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες θεωρούν ότι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην επιβίωση της επιχείρησής τους μέσα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η εισαγωγή, έπειτα ακολουθεί η βιβλιογραφική επισκόπηση και διατύπωση των ερευνητικών υποθέσεων. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία της παρούσας διδακτορικής διατριβής. Στο τέταρτο κεφάλαιο περιλαμβάνεται η ανάλυση των δεδομένων και πραγματοποιείται ο έλεγχος των υποθέσεων. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο παρατίθενται τα συμπεράσματα της έρευνας, παρουσιάζονται οι επιπτώσεις για την έρευνα και τους επιχειρηματίες, οι περιορισμοί της έρευνας καθώς και οι προτάσεις για μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες.Τεκμήριο Consequences of emotional intelligence in consumer behavior(15-04-2022) Panagiotopoulou, Altani; Παναγιωτοπούλου, Αλτάνη; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Baltas, George; Skarmeas, Dionysios; Kokkinaki, Flora; Karantinou, Kalipso; Tsogas, Markos; Andronikidis, Andreas; Argouslidis, ParaskevasIt is commonly held that Emotional Intelligence (henceforth EI) in terms of a human's ability to understand, regulate, and facilitate emotions in the self and in others has profound effects on several aspects of human life. An extensive literature provides evidence for the effects of EI on personal performance (Law et al., 2004; Ermer et al.,2012), interpersonal effectiveness (Mayer et al., 2004; Rode et al., 2007),psychological well-being, (Day et al., 2005; Mayer et al., 2008), quality of social interactions (Lopes et al., 2004; Lopes et al., 2005, and decision-making process(Kidwell et al., 2008; Kidwell et al., 2015). For example, Eisenberg (2000) underlines that, as an aspect of EI, emotion regulation has an influential role in shaping ethical behavior and leads individuals to ethical decisions (Eisenberg, 2000). Extending this finding in consumption decisions, Kidwell et al. (2008) suggest that EI gives individuals the opportunity to make decisions of higher quality and avoid impulsive behaviors such as overeating (Kidwell et al. 2008; Kidwell et al. 2015). Although EI has the dynamic to form consumption decisions and improve marketing exchanges, it has received little attention in the domains of ethical behavior and impulsive purchasing. Finally, researchers have commonly found that important determinants of impulsive and ethical consumption maybe one’s regulatory focus (i.e.promotion/prevention focus) (Sengupta and Zhou, 2007; De Bock and Kenhove,2010), individualism/collectivism Peck and Childers, 2006; Zhang and Shrum, 2009;Mooijman et al., 2017; Simpson et al., 2018), and emotional affect (Verplanken and Herabadi, 2001; Wheatley and Haidt, 2005; Grant and Wrzesniewski, 2010;Verplanken and Sato, 2011; Chen et al., 2014). However, only a few studies have explored the connection of such variables to EI. The present thesis aims at exploring the effects of EI on impulsive and ethical consumption, through an investigation of the process that underlies these effects. Three surveys used self-reported scales to investigate a) the main effects of EIon impulsive and ethical consumption, b) the mediating role of the self-regulatoryfocus (i.e. prevention/promotion), and c) the moderating effect of emotional affect andindividualism/collectivism. Consistent with the background of Eisenberg (2000) andKidwell et al. (2008), the results indicate that EI causes a decline in impulsive and anincrease in ethical consumption. It is also shown that a) the prevention and thepromotion foci mediate the relationship between EI and ethical consumption and b)the positive affect weakens the negative association between EI and impulsiveconsumption (i.e. the negative main effect becomes less negative).To the best of our knowledge, the proposed conceptualization and associationshave not yet been addressed explicitly and jointly by extant research. As such, thisthesis contributes theoretically and managerially. From a theoretical perspective, itfills an important gap in the literature of consumer behavior, through an investigationinto whether EI enables consumers to adopt ethical consumption patterns and avoidimpulsive consumption. From a managerial standpoint, it provides consumer goods’manufacturers with empirically-based guidelines for better new product developmentprocesses (e.g. ones that focus on product attributes and characteristics that promoteethical consumption and prevent impulsive consumption).Τεκμήριο Consumer behavior and counterfeit luxury brands: an evolutionary psychology approach(18-09-2019) Κοντοπούλου, Βασιλική; Kontopoulou, Vasiliki; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Κοκκινάκη, Φλώρα; Ήντουνας, Κωνσταντίνος; Αργουσλίδης, Παρασκευάς; Σκαρμέας, Διονύσιος; Καραντινού, Καλυψώ; Θεοδωρίδης, Προκόπιος; Μπάλτας, ΓεώργιοςΗ άνοδος των απομιμήσεων πολυτελών προϊόντων αποτελεί ζήτημα μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής σημασίας και έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον τόσο των ερευνητών όσο και των επαγγελματιών και των φορέων της πολιτικής. Σκοπός αυτής της διατριβής είναι να ερμηνεύσει τις προτιμήσεις των καταναλωτών για ψεύτικα αντικείμενα πολυτελείας αλλά και πώς οι άλλοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τους καταναλωτές απομιμήσεων προϊόντων πολυτελείας μέσα από μια εξελικτική προσέγγιση. Με βάση την εξελικτική ψυχολογία, το πρώτο πείραμα δείχνει ότι η πρόκληση κινήτρων ανταγωνισμού για στάτους με ανταγωνιστές του ίδιου φύλου οδηγεί τους καταναλωτές να επιλέγουν εν γνώσει τους απομιμήσεις πολυτελών προϊόντων αντί για προϊόντα ίσης χρηματικής αξίας αλλά χαμηλού στάτους. Τα ευρήματα της πρώτης μελέτης μας δείχνουν ότι τα προϊόντα που αποτελούν απομιμήσεις πολυτελών προϊόντων ενδέχεται να λειτουργήσουν ως παραπλανητικά σήματα στάτους και να αντιπροσωπεύουν μια προσαρμοστική επικοινωνιακή στρατηγική που αποσκοπεί στην επίτευξη υψηλού στάτους μεταξύ των ανθρώπινων ιεραρχιών του ίδιου φύλου. Επιπλέον, το δεύτερο πείραμα δείχνει ότι δεν υπάρχει διαφορά στην αντίληψη του στάτους μεταξύ των καταναλωτών που έχουν στην κατοχή τους απομιμήσεις πολυτελών προϊόντων και εκείνων που κατέχουν προϊόντα χαμηλού στάτους. Διαπιστώνουμε επίσης ότι οι άνθρωποι έχουν ισχυρότερο κίνητρο να συνδέονται φιλικά με καταναλωτές που κατέχουν προϊόντα χαμηλού στάτους και ότι η συνειδητή επιλογή των αντρών για απομιμήσεις πολυτελών προϊόντων επηρεάζει αρνητικά την ελκυστικότητα τους ως ρομαντικοί σύντροφοι στις γυναίκες. Τα ευρήματα του τρίτου πειράματος υποδεικνύουν ότι η κατανάλωση απομιμήσεων πολυτελών προϊόντων εξυπηρετεί μια διαφορετική λειτουργία μεταξύ ανδρών και γυναικών σε ένα περιβάλλον ζευγαρώματος. Συγκεκριμένα, οι απομιμήσεις πολυτελών προϊόντων ενδέχεται να δρουν για τους άνδρες καταναλωτές ως παραπλανητικά σήματα της υποκείμενης αξίας τους ως ρομαντικοί σύντροφοι που στοχεύουν στην επίδειξη του πλούτου τους σε πιθανούς ρομαντικούς συντρόφους. Αντίθετα, η επίδειξη απομιμήσεων πολυτελών προϊόντων από τις γυναίκες λειτουργεί σαν σύστημα σηματοδότησης που απευθύνεται σε άλλες γυναίκες αντιπάλους και σηματοδοτεί την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται με αυτές. Από όσο γνωρίζουμε, αυτή είναι η πρώτη εμπειρική μελέτη που ασχολείται με την κατανάλωση απομιμήσεων αντικειμένων πολυτελείας ως μια κοινή παραπλανητική στρατηγική μέσα σε ένα εξελικτικό πλαίσιο.Τεκμήριο Innovative work behaviour and innovation in the public sector: an individual differences‐, leadership‐, and contextual‐ perspective(20-06-2023) Κουσίνα, Ελισάβετ; Kousina, Elisavet; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Nikolaou, Ioannis; Galanaki, Eleanna; Spanos, Yannis; Soderquist, Klas-Eric; Deligianni, Ioanna; Kefis, Vassilis; Voudouris, IriniΗ καινοτομία στους οργανισμούς του δημόσιου τομέα αποτελεί κρίσιμο ζήτημα, καθώς προσπαθούν να αντιμετωπίσουν πρωτοφανείς προκλήσεις λόγω των δημοσιονομικών, δημογραφικών, υγειονομικών και οικολογικών πιέσεων σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες προσδοκίες των πολιτών για πιο ευέλικτη και υπεύθυνη κυβέρνηση (Neo, Grimmelikhuijsen & Tummers, 2022; Lewis et al., 2018; De Vries et al., 2016; Clausen et al., 2020). Από την άποψη αυτή, η καινοτόμος εργασιακή συμπεριφορά των εργαζομένων είναι σημαντική (Miao et al., 2018), δεδομένου ότι μπορεί να συμβάλει στην πραγματοποίηση των αλλαγών και στην παραγωγή δημόσιας αξίας για τους πολίτες (Moore, 2014). Η παρούσα διατριβή, αντλώντας από τη βιβλιογραφία της καινοτομίας του δημόσιου τομέα και της ηγεσίας, διερευνά το ρόλο συγκεκριμένων ατομικών χαρακτηριστικών και παραγόντων του ευρύτερου πλαισίου στην προώθηση της καινοτόμου εργασιακής συμπεριφοράς των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, καθώς και των διεργασιών που συνεισφέρουν στη συνολική καινοτομική επίδοση φορέων και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και τη δημιουργία δημόσιας αξίας.Το μοντέλο που αναπτύχθηκε διερευνήθηκε εμπειρικά με τη χρήση δείγματος 320 δημοσίων υπαλλήλων σε 110 τμήματα φορέων και οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης γύρω από την ευρύτερη περιοχή των δύο μεγαλύτερων πόλεων της Ελλάδας, λαμβάνοντας υπόψιν τον αριθμό των κατοίκων ως δείκτη για το μέγεθος του δήμου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μεταξύ 2020-2021 βάσει δύο διαφορετικών ερωτηματολογίων (το πρώτο χορηγήθηκε στον προϊστάμενο του τμήματος και το δεύτερο στους υπαλλήλους), κατά τη διάρκεια προσωπικών συναντήσεων με τους προϊσταμένους και τους υπαλλήλους στα γραφεία των δήμων.Χρησιμοποιώντας δεδομένα πολλαπλών πηγών και πολλαπλών επιπέδων, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η προληπτική προσωπικότητα και η προσανατολισμένη στην προαγωγή ψυχολογική ιδιοκτησία, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά σε ατομικό επίπεδο, σχετίζονται θετικά με την καινοτόμο εργασιακή συμπεριφορά των εργαζομένων. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της ιεραρχικής γραμμικής μοντελοποίησης ανέδειξαν ότι οι παράγοντες του πλαισίου, όπως η αμφίδρομη ηγεσία, το κλίμα καινοτομίας και ευελιξίας, το κλίμα ενσωμάτωσης και η διαθεσιμότητα πόρων, σχετίζονται θετικά με την καινοτόμο εργασιακή συμπεριφορά των εργαζομένων, ενώ ο συγκεντρωτισμός και η γραφειοκρατία σχετίζονται αρνητικά με την καινοτόμο εργασιακή συμπεριφορά των εργαζομένων.Όσον αφορά τους παράγοντες που επηρεάζουν τις καινοτομικές επιδόσεις των εργασιακών μονάδων, διαπιστώθηκε ότι η μέση καινοτόμος εργασιακή συμπεριφορά, η αμφίδρομη ηγεσία και το κλίμα εξωστρέφειας αποτελούν τους κύριους παράγοντες προώθησης των διερευνητικών καινοτομιών, ενώ ο συγκεντρωτισμός τεκμηριώθηκε ότι λειτουργεί ως εμπόδιο σε αυτό το είδος καινοτομίας.Όσον αφορά την εκμεταλλευτική καινοτομία, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο φορμαλισμός αναστέλλει αυτή την καινοτομική επίδοση. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε ότι η ηλικία της μονάδας εργασίας ασκεί διαφορετικές επιδράσεις στις διερευνητικές και εκμεταλλευτικές καινοτομίες. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε θετική και αρνητική σχέση μεταξύ της ηλικίας της εργασιακής μονάδας και της εκμεταλλευτικής και διερευνητικής καινοτομίας, αντίστοιχα.Υπό το πρίσμα των ευρημάτων, συζητούνται σημαντικές συνέπειες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τους δημόσιους διαχειριστές και τις διαδικασίες προαγωγής και πρόσληψης του δημόσιου τομέα.Τεκμήριο Exploring relationship quality and its antecedents in the social media context: the application of the relational benefits and costs approach(21-04-2016) Tsimonis, Georgios; Τσιμόνης, Γεώργιος; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Gounaris, Spiros; Indounas, Konstantinos; Dimitriadis, SergiosThe thesis studies the development of consumer-brand relationships within the environment of social media brand fan pages, and the effect of such relationships on the company/brand. For this purpose, the study adopts and uses the concept of Relationship Quality, by applying the Relational Benefits and Costs approach.In order to fulfil the objectives of the thesis, a three-step research approach was employed: First, in order to understand the motives and the way that companies use social media, 14 interviews with digital marketing managers of companies that have created fan pages on popular social networks were conducted. Then, a series of focus group discussions with consumers-users of brand fan pages in social media were conducted. The research approach was completed after a quantitative study on consumers-users of popular brand fan pages. An electronic questionnaire was uploaded on the Facebook and Twitter fan pages of four companies, resulting in a total of 1,792 fully completed questionnaires.Findings indicate, that consumers-users of brand fan pages, perceive seven benefits and three costs that have a significant positive and negative impact on the relationship quality with the fan page respectively. Furthermore, study’ results indicate that the relationship quality with fan page has a significant positive effect on the relationship quality with the company/brand. Additionally, the findings support the positive effect of relationship quality (with the fan page & with the company/brand) on behavioural outcomes such as word of mouth, purchase intention, and fan page revisit intention. Finally, the study has confirmed the moderating role of four variables, in the relationship between benefits-costs and fan page relationship quality.This thesis contributes to the marketing literature, by providing an integrated approach on the development of consumer-brand relationships in social media, while it provides marketing managers with useful insights regarding the effective management of brand fan pages.Τεκμήριο A neuromarketing investigation of the impact of environmental stimuli on consumer behavior(21-09-2023) Gkaintatzis, Athanasios; Γκαϊντατζής, Αθανάσιος; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Constantinides, Efthymios; van der Lubbe, Rob; Baltas, George; Stathakopoulos, Vlasis; Indounas, Konstantinos; Skarmeas, Dionysios; Karantinou, KalipsoΤα περιβαλλοντικά ερεθίσματα έχουν επιρροή στη συμπεριφορά των ατόμων, επηρεάζοντας τις αντιδράσεις τους. Η μουσική και τα αρώματα, παραδείγματος χάριν, που είναι βασικά περιβαλλοντικά στοιχεία, δύνανται να επηρεάσουν τις γνωστικές και συναισθηματικές αντιδράσεις τους και ως εκ τούτου, προσελκύουν ερευνητικό ενδιαφέρον. Τα ακαδημαϊκά πεδία, τα οποία ασχολούνται με τη διερεύνηση των επιδράσεων των περιβαλλοντικών ερεθισμάτων στους καταναλωτές, ονομάζονται «servicescapes» και «atmospherics», ενώ τα ακαδημαϊκά υποπεδία που εξετάζουν -πιο συγκεκριμένα- την επίδραση της μουσικής και των αρωμάτων στους καταναλωτές, ονομάζονται «musicscapes» και «scentscapes» αντίστοιχα. Παρόλο που η υπάρχουσα βιβλιογραφία για τα «musicscapes» και «scentscapes» είναι ευρεία, σε ορισμένες περιπτώσεις, παρατηρούνται αδιευκρίνιστα, καθώς και αντικρουόμενα ερευνητικά ευρήματα. Όσο αφορά τα «musicscapes», ένα τέτοιο παράδειγμα, είναι η επίδραση συγκεκριμένων στοιχείων της μουσικής, όπως το τέμπο της και η επίδρασή του αφενός στις γνωστικές (cognitive) αντιδράσεις του ατόμου, όπως η προσοχή (attention) και αφετέρου στις συναισθηματικές (emotional) του αντιδράσεις, όπως η διέγερση (arousal) και η ευχαρίστηση (satisfaction). Επίσης, η επίδραση του τέμπο της μουσικής στις συμπεριφορικές (behavioral) αντιδράσεις, όπως οι τάσεις προσέγγισης (approach) ή αποφυγής (avoidance), χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση. Επιπλέον, αδιευκρίνιστα ερευνητικά ευρήματα παρατηρήθηκαν και κατά την μελέτη της βιβλιογραφίας που σχετίζεται με τα «scentscapes» και συγκεκριμένα με την επίδραση συγκεκριμένων αρωμάτων, όπως της λεβάντας και της μέντας, το πρώτον στις γνωστικές αντιδράσεις των ατόμων, όπως η προσοχή, στις συναισθηματικές τους αντιδράσεις, όπως η διέγερση και η ευχαρίστηση και τέλος στις συμπεριφορικές τους αντιδράσεις, όπως η τάση προσέγγισης ή αποφυγής. Οι ερευνητικές αυτές ασυνέπειες ενδεχομένως προκύπτουν λόγω της χρήσης συμβατικών μεθόδων έρευνας μάρκετινγκ -όπως ερωτηματολογίων- και των περιορισμών που η χρήση τους επιφέρει, όπως -μεταξύ άλλων- το ότι εξαρτώνται από την ικανότητα και την θέληση των ερωτηθέντων να απαντήσουν σε αυτά άρτια και με ειλικρίνεια.Η χρήση νευροεπιστημονικών (neuroscientific) μεθόδων έρευνας αναμένεται να υπερνικήσει αυτούς τους περιορισμούς και να αποσαφηνίσει τις ασυνέπειες που έχουν παρατηρηθεί στις σχετικές έρευνες, παρέχοντας νευροεπιστημονικά δεδομένα και οδηγώντας τοιουτοτρόπως σε πληθώρα ευρημάτων σχετικά με την επίδραση των «musicscapes» και «scentscapes». Σε αυτή τη διδακτορική διατριβή χρησιμοποιείται το ευρέως διαδεδομένο εργαλείο του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος (EEG), προκειμένου να διερευνηθούν οι επιδράσεις της μουσικής και των αρωμάτων στη συμπεριφορά των καταναλωτών, καθώς η μέθοδος αυτή παρέχει εξαιρετική χρονική απεικόνιση (temporal acuity), όταν μελετώνται ταχέως εξελισσόμενα φαινόμενα. Η διατριβή διανθίζεται σε τέσσερις μελέτες: μια συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση (SLR), η οποία προσδιορίζει, συνθέτει και αναλύει με συστηματικό τρόπο όλες τις διαθέσιμες μελέτες, που χρησιμοποίησαν τη μέθοδο του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος και διερεύνησαν τις επιπτώσεις της μουσικής και των διαστάσεών της στα άτομα και τις αντιδράσεις τους, μια δεύτερη συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση, η οποία ερευνά με τον παραπάνω τρόπο και με την ίδια μέθοδο την επίδραση της οσμής και των διαστάσεών της στα άτομα και τις αντιδράσεις τους, μια εργαστηριακή πειραματική μελέτη που χρησιμοποιεί τη μέθοδο του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος για να διερευνήσει τις επιπτώσεις του τέμπο (αργό, μεσαίο, γρήγορο) στις αντιδράσεις των συμμετεχόντων και τέλος, μια άλλη εργαστηριακή πειραματική μελέτη που χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο για να διερευνήσει τις επιπτώσεις του είδους του αρώματος (λεβάντα, ουδέτερο, μέντα) στις αντιδράσεις των συμμετεχόντων.Από την πρώτη συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση ανακύπτει ότι, η μουσική επηρεάζει τις γνωστικές και συναισθηματικές αποκρίσεις των ατόμων, επιδρώντας στην προσοχή, στη μνήμη, στα συναισθήματα και στη συνολική διέγερση τους, διαμορφώνοντας μια συναισθηματική χαλαρότητα και μειώνοντας την προσοχή τους. Από τη δεύτερη συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση προκύπτει ότι, τα αρώματα επιδρούν επίσης στα άτομα, επηρεάζοντας τις γνωστικές και συναισθηματικές αποκρίσεις τους, με τα αρώματα μέντας και φρούτων να προκαλούν συναισθηματική διέγερση, τη λεβάντα να προκαλεί συναισθηματική χαλάρωση και τάσεις προσέγγισης, τα αρώματα λουλουδιών να αυξάνουν την προσοχή, τη διέγερση, το ενδιαφέρον και τη συγκέντρωση, ενώ οι αποκρουστικές μυρωδιές να μειώνουν την προσοχή. Και οι δύο παραπάνω βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις παραθέτουν μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της επίδρασης της μουσικής και των αρωμάτων στα άτομα, παρέχουν σημαντικά συμπεράσματα για τη συμπεριφορά των καταναλωτών, επισημαίνουν τις τρέχουσες τάσεις στις ερευνητικές μεθόδους του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος και εντοπίζουν ερευνητικά κενά και κατευθύνσεις για περαιτέρω έρευνα στα επιστημονικά πεδία των «servicescapes» και νευρομάρκετινγκ. Με τις πειραματικές μελέτες ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος διερευνήθηκαν οι περιοχές εκείνες που αναδείχθηκαν από τις βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις, ως άξιες περαιτέρω μελέτης. Από την πρώτη εργαστηριακή πειραματική μελέτη ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος προέκυψε ότι ο ρυθμός της μουσικής επηρεάζει τη συναισθηματική διέγερση, την προσοχή και την ικανοποίηση των ατόμων, ενώ από τη δεύτερη μελέτη διαπιστώθηκε ότι, το είδος του αρώματος επηρεάζει τον γνωστικό και νοητικό έλεγχο, την ικανοποίηση και τις συμπεριφορικές τάσεις προσέγγισης/αποφυγής. Συνολικά, οι τέσσερις μελέτες αυτής της διδακτορικής διατριβής αποδεικνύουν την ύπαρξη αρκετών στοιχείων, τα οποία υποδηλώνουν ότι, τόσο η μουσική όσο και το άρωμα επιδρούν στα άτομα, επηρεάζοντας τις γνωστικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές τους αντιδράσεις. Με βάση αυτά τα ευρήματα, προσδιορίζονται οι τρέχουσες τάσεις και κατευθύνσεις για περαιτέρω έρευνα σχετικά με την επίδραση της μουσικής και των αρωμάτων στα άτομα με τη χρήση του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος, ενώ ταυτόχρονα παρατίθενται οι ακαδημαϊκές, μεθοδολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς και επιδράσεις στην επιχειρηματική πρακτική της συγκεκριμένης διδακτορικής διατριβής.Τεκμήριο Ένα ολοκληρωμένο μοντέλο προσανατολισμού στη διοίκηση πελατών στρατηγικής σημασίας (Key Account Management Orientation): κίνητρα, εφαρμογή και αποτελέσματα(21-10-2011) Τζεμπελίκος, Νεκτάριος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Σταθακόπουλος, Βλάσης; Παπασταθόπουλου, Πωλίνα; Γούναρης, ΣπύροςΗ Διοίκηση Πελατών Στρατηγικής Σημασίας (ΔΠΣΣ) συμβάλλει καθοριστικά στο χτίσιμο και διατήρηση μακροχρόνιων σχέσεων με στρατηγικούς πελάτες με αμοιβαία οφέλη τόσο για τους προμηθευτές όσο και για τους πελάτες. Ουσιαστικά, αποτελεί την εφαρμογή του Σχεσιακού Μάρκετινγκ (Relationship Marketing) στις Βιομηχανικές (Β2Β) αγορές.Ωστόσο, παρά την επίδραση της ΔΠΣΣ στην ανάπτυξη μακροχρόνιων σχέσων, η βιβλιογραφία που να προσεγγίζει την ΔΠΣΣ από μια σχεσιακή οπτική είναι περιορισμένη. Η ΔΠΣΣ βιβλιογραφία, κατά βάση, περιστρέφεται γύρω από οργανωτικές αποφάσεις όπως η οργανωτική δομής μιας ΔΠΣΣ διεύθυνσης, σχηματισμός ομάδων ΔΠΣΣ, αριθμός ΠΣΣ ανά key account manager, κ.α. Η ερευνητική αυτή τάση αυτή πιθανότατα οφείλεται στο γεγονός οτι παραδοσιακά η ΔΠΣΣ αντιμετωπίζονταν ώς μια πρακτική πώλησης, κάτι το οποίο οδήγησε το ενδιάφερον τόσο των επιχειρήσεων οσο και των ερευνητών σε ζητήματα που σχετίζονται με την οργάνωση των πωλητών που διαχειρίζονται τους ΠΣΣ. Το κενό αυτό στην βιβλιογραφία είναι σημαντικό δεδομένου οτι η ΔΠΣΣ αποτελεί ένα ευρύτερο στρατηγικό προσανατολισμό για την επιχείρηση, και ως εκ τούτου, η φιλοσοφία και η κουλτούρα της επιχείρησης είναι λογικό να καθορίζουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα αυτής. Η παρούσα έρευνα λοιπόν φιλοδοξεί να συμβάλει στην ΔΠΣΣ βιβλιογραφία με το: 1. Να διερευνήσει εμπειρικά «αύλες» διαστάσεις της ΔΠΣΣ μέσω του εντοπισμού και της μελέτης ενος συστήματος αξιών που διέπει την επιτυχημένη εφαρμογή της ΔΠΣΣ, 2. Να εξετάσει την επίδραση του βαθμού υιοθέτησης του προσανατολισμού στην ΔΠΣΣ στην απόδοση της επιχείρησης και να προσφέρει ουσιαστικά ένα χρήσιμο «οδηγό» αναφορικά με τι μπορεί να κάνει μια επιχείρηση που διαχειρίζεται ΠΣΣ ώστε να βελτιώσει την σχέση μαζί τους, και 3. Να θέσει την μελέτη της διαχείρησης των στρατηγικών πελατών σε ένα ευρύτερο πλαίσιο Σχεσιακού Μάρκετινγκ.Τεκμήριο Empirical determination of coupon framing and design effects: an experimental approach(21-12-2015) Παινέσης, Γρηγόριος; Painesis, Grigorios; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Κοκκινάκη, Φλώρα; Αργουσλίδης, Παρασκευάς; Σταθακόπουλος, Βλάσης; Ήντουνας, Κωνσταντίνος; Θεοδωρίδης, Προκόπιος; Ανδρονικίδης, Ανδρέας; Μπάλτας, ΓεώργιοςΤα κουπόνια είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο προώθησης πωλήσεων για επιχειρήσεις σχεδόν κάθε μεγέθους και τύπου. Αλλά παρά τις μεγάλες δυνατότητές τους, τα κουπόνια αντιμετωπίζουν τον μεγάλο κίνδυνο του να μην εξαργυρωθούν. Η παρούσα διδακτορική διατριβή καταδεικνύει δύο οδούς για την αύξηση των ποσοστών εξαργύρωσης των κουπονιών και για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των εκστρατειών με κουπόνια. Ο πρώτος τρόπος είναι μέσω του τρόπου παρουσίασης της αξίας του κουπονιού (δηλαδή ο τρόπος έκφρασης της ονομαστικής αξίας του κουπονιού), ενώ ο δεύτερος αφορά το σχεδιασμό του κουπονιού και ειδικότερα τη χρήση των διασταυρωμένων κουπονιών (δηλαδή τα κουπόνια που αποκτούν οι καταναλωτές με την αγορά ενός συγκεκριμένου προϊόντος, αλλά που θα εξαργυρωθούν για να αγοραστεί ένα διαφορετικό προϊόν). Διεξήχθησαν τρεις μελέτες με τη χρήση πειραματικής μεθοδολογίας και εθελοντών φοιτητών συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν το γεγονός ότι ο τρόπος παρουσίασης της αξίας του κουπονιού και τα διασταυρωμένα κουπόνια είναι θέματα σχεδιασμού που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κάθε φορά που εκδίδονται κουπόνια.Συγκεκριμένα, ο τρόπος παρουσίασης “Έκπτωση Χ%” ήταν πιο αποτελεσματικό για προϊόντα χαμηλής τιμής. Ο τρόπος παρουσίασης “Μειωμένη Τιμή Ζ €” και “Έκπτωση Ψ €” εμφανίστηκαν πιο αποτελεσματικά για τα προϊόντα υψηλής τιμής. Επιπλέον, ο τρόπος παρουσίασης "Αγοράζοντας 1, άλλο 1 Δώρο" ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικό όταν το προϊόν ήταν εύκολο να αποθηκευτεί και το μέγεθος έκπτωσης ήταν υψηλό. Ο τρόπος παρουσίασης “Έκπτωση Χ%” φάνηκε πιο κατάλληλος για προϊόντα με χαμηλή δυνατότητα αποθήκευσης σε όλα τα μεγέθη έκπτωσης και για προϊόντα που μπορούν να αποθηκευτούν όταν μειώθηκε το μέγεθος έκπτωσης. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο μικτός τρόπος παρουσίασης της αξίας του κουπονιού "Αγοράζοντας Z, Έκπτωση X%" πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή, αφού οι καταναλωτές αισθάνονται εξαναγκασμένοι να αγοράσουν περισσότερες μονάδες από ό, τι θα ήθελαν πραγματικά για να λάβουν την έκπτωση και αντιδρούν αρνητικά αγνοώντας την προσφορά. Τέλος, καταδεικνύεται ότι τα διασταυρωμένα κουπόνια που περιλαμβάνουν συμπληρωματικά ή υποκατάστατα προϊόντα υπερέβαιναν σε αποτελεσματικότητα τα απλά αποσπώμενα από τη συσκευασία κουπόνια όταν προσφέρονται προϊόντα με ίση τιμή και ισοδύναμα χρηματικά κίνητρα. Η επιλογή της χρήσης ανεξάρτητων προϊόντων σε εκστρατείες με διασταυρωμένα κουπόνια φάνηκε να οδηγεί σε αντίθετα αποτελέσματα υπό τους ίδιους όρους.Τεκμήριο Η επίδραση της μεταφοράς της μάθησης στην εργασιακή συμπεριφορά με τη χρήση των τεστ αξιολόγησης υποθετικών καταστάσεων(26-05-2021) Καρλή, Μαρίνα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Νικάνδρου, Ειρήνη; Ιορδάνογλου, Δήμητρα; Παπαλεξανδρής, Αλέξανδρος; Νικολάου, Ιωάννης; Γαλανάκη, Ελεάννα; Παναγιωτοπούλου, Λήδα; Βακόλα, ΜαρίαΗ μεταφορά της μάθησης συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σε οργανωσιακό πλαίσιο, διότι αντικατοπτρίζει το βαθμό επίδρασής τους στην αλλαγή της εργασιακής συμπεριφοράς των εκπαιδευομένων. Η μεταφορά της μάθησης δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί. Ο σκοπός της διατριβής είναι η καλύτερη κατανόηση αυτής της έννοιας και των παραγόντων που την επηρεάζουν, με στόχο να συμβάλει στη βελτίωση αυτής της μεταφοράς. Σε δύο μακροχρόνιες έρευνες, μελετήθηκε το κατά πόσο λαμβάνει χώρα η μεταφορά της μάθησης και ο ρόλος μιας σειράς ατομικών διαφορών και χαρακτηριστικών του εργασιακού περιβάλλοντος σε αυτή τη μεταφορά. Για την εκτίμηση του βαθμού πραγματοποίησής της, χρησιμοποιήθηκαν τα Τεστ Αξιολόγησης Υποθετικών Καταστάσεων (ΤΑΥΚ) αποτελώντας τον λειτουργικό ορισμό της. Στην πρώτη έρευνα, η μεταφορά της μάθησης μελετήθηκε σε ένα πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος ανάπτυξης διαπροσωπικών ικανοτήτων 209 στελεχών αλυσίδας λιανεμπορίου. Στην δεύτερη έρευνα, η μεταφορά της μάθησης μελετήθηκε σε ένα πλαίσιο εκπαιδευτικών προγραμμάτων ανάπτυξης μη-τεχνικών ικανοτήτων και το δείγμα αποτελούνταν από 126 μεταπτυχιακούς φοιτητές και από 16 άτομα μιας ομάδας ελέγχου. Μέσω της διεξαγωγής πολυμεταβλητής ανάλυσης δομικών εξισώσεων (SEM), αναφορικά με την πρώτη έρευνα βρέθηκε ότι οι εκπαιδευόμενοι βελτίωσαν τις ικανότητες «συντονισμός έργου» και «προσαρμοστικότητα», και ότι η ευσυνειδησία, η δεκτικότητα στην εμπειρία, και η προσήνεια λειτουργούν ως ρυθμιστικοί παράγοντες. Αναφορικά με την δεύτερη έρευνα βρέθηκε ότι οι εκπαιδευόμενοι δεν βελτίωσαν τις ικανότητες «λήψη αποφάσεων», «προσαρμοστικότητα», «ευελιξία», και «ανθεκτικότητα». Συγκριτικά, τα άτομα της ομάδας ελέγχου ομοίως δεν βελτίωσαν διαχρονικά τις συγκεκριμένες ικανότητες. Επίσης βρέθηκε ότι η εμπλοκή με την εργασία, η μεταβλητή της διερεύνησης και σχεδιασμού καριέρας, η προδραστική προσωπικότητα, η εστίαση αποφυγής και η εστίαση προαγωγής, καθώς και η υποστήριξη από τον οργανισμό λειτουργούν ως ρυθμιστικοί παράγοντες. Τέλος, από την άποψη της πρακτικής συμβολής της διατριβής, προτείνεται ένα εύκολα χορηγούμενο εργαλείο μέτρησης της μεταφοράς της μάθησης και ενισχύεται η δυνατότητα αιτιολόγησης του βαθμού επιτυχίας της εκάστοτε εκπαίδευσης.Τεκμήριο CSR and SME financial performance(26-06-2015) Μαγρίζος, Σόλων; Magrizos, Solon; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Αυλωνίτης, Γεώργιος; Δημητριάδης, Σέργιος; Παπασταθόπουλου, Πωλίνα; Γαλανάκη, Ελεάννα; Ανδρονικίδης, Ανδρέας; Soderquist, Klas Eric; Αποσπόρη, ΕλένηΥπάρχει αυξανόμενο ερευνητικό ενδιαφέρον σχετικά με τρόπο με τον οποίο οι ΜΜΕ θα μπορούσαν να κερδίσουν από τις προσπάθειες εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ) τους. Η πλειοψηφία των μελετών επικεντρώνεται στην εφαρμογή υπεύθυνων επιχειρηματικών στρατηγικών που μπορεί να οδηγήσουν σε ευνοϊκές επιχειρηματικες συνθήκες, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης οικονομικής απόδοσης. Αυτή η μελέτη ερευνά ένα δείγμα ΜΜΕ που συμμετέχουν ενεργά σε δραστηριότητες ΕΚΕ στην Ελλάδα. Αναλύεται ο ρόλος των ΜΜΕ στην ανάπτυξη σχέσεων ΕΚΕ με συγκεκριμένους ενδιαφερόμενους φορείς (stakeholders). Τα στοιχεία που συλλέγονται αποκαλύπτουν ότι η σημασία (salience) και η εγγύτητα(proximity) των ενδιαφερομένων μερών συγκρατούν αυτές τις σχέσεις και αυτό οδηγεί σε βελτιωμένη οικονομική απόδοση. Το πλαίσιο αυτής της μελέτης είναι σημαντικό καθώς αντιμετωπίζει την της έλλειψη έρευνας που διεξάγεται σε χώρες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και φωτίζει τις θετικές πτυχές της ΕΚΕ που υιοθετούνται κατά τη διάρκεια της κρίσης. Λαμβάνονται διαχειριστικές προτάσεις και εξετάζονται οι συνέπειες της έρευνας.Τεκμήριο Διαπροσωπική σύγκρουση εργαζομένων: ο ρόλος της στην ψυχική υγεία και στις εργασιακές στάσεις και η εξέλιξη της συγκρουσιακής σχέσης(27-09-2023) Λαζανάκη, Βέρα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Ξανθοπούλου, Δέσποινα; Μπέλλου, Βικτώρια; Θερίου, Γεώργιος; Γκορέζης, Παναγιώτης; Γεωργαντά, Αικατερίνη; Νικάνδρου, Ειρήνη; Βακόλα, ΜαρίαΗ παρούσα διδακτορική διατριβή έχει ως σκοπό τη διερεύνηση της έννοιας της διαπροσωπικής σύγκρουσης, την ανατομία των συγκρουσιακών σχέσεων και την πορεία τους στον χρόνο, αρχικά σε ατομικό επίπεδο, μέσω της έρευνας ημερολογίου (1η έρευνα) και μετέπειτα σε επίπεδο φαινομένου μέσω διαχρονικής ποιοτικής έρευνας (2η έρευνα). Ως προς το ατομικό επίπεδο (1η έρευνα), διερευνήθηκε μέσω ποσοτικής έρευνας ημερολογίου σε καθημερινό επίπεδο το πως η διαπροσωπική σύγκρουση μεταξύ των εργαζομένων επηρέασε την εντός και εκτός καθηκόντων απόδοση και την συναισθηματική τους εξάντληση. Επιπρόσθετα, διερευνήθηκε εάν και πώς τροποποιείται αυτή η σχέση από την αποσύνδεση που μπορεί να έχουν επιτύχει ή όχι οι εργαζόμενοι μετά από μια διαπροσωπική σύγκρουση στην εργασία τους, καθώς και από την εργασιακή δέσμευση που νιώθουν. Η διερεύνηση των συγκεκριμένων σχέσεων βασίστηκε στο θεωρητικό μοντέλο «Στρεσογόνος Παράγοντας – Αποσύνδεση» (Stressor – Detachment Model), το οποίο εξετάζει το πως επηρεάζουν οι στρεσογόνοι παράγοντες την ψυχική υγεία των εργαζομένων μέσω της αρνητικής τους επίδρασης στην αποσύνδεση των εργαζομένων τις ώρες εκτός εργασίας. Επίσης, έγινε προσπάθεια να επεκταθεί το μοντέλο «Στρεσογόνος Παράγοντας – Αποσύνδεση» με την μελέτη της μεταβλητής της απόδοσης εντός και εκτός καθηκόντων. Ως προς το επίπεδο φαινομένου (2η έρευνα), διεξήχθη μια ποιοτική διαχρονική έρευνα, με σκοπό τη διερεύνηση του φαινομένου της διαπροσωπικής σύγκρουσης και την καταγραφή της πορείας των εργασιακών συγκρουσιακών σχέσεων στον χρόνο. Ο χρόνος είναι το μέσο μέσω του οποίου οι σχέσεις, και ειδικά οι συγκρουσιακές, εξελίσσονται και αλλάζουν και δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί συστηματικά στην έρευνα σχέσεων και αξίζει να μελετηθεί. Τα ερευνητικά ερωτήματα που μελετήθηκαν αφορούν το ποιοι είναι οι λόγοι διαπροσωπικής σύγκρουσης των εργαζομένων στην εργασία, ποιες είναι οι συνέπειες (ψυχολογικές και εργασιακές) που προκαλεί η διαπροσωπική σύγκρουση των εργαζομένων στην εργασία, αν οι εργαζόμενοι που βιώνουν μια διαπροσωπική σύγκρουση αναρρώνουν εκτός δουλειάς και ποια είναι η πορεία της συγκρουσιακής σχέσης και η εξέλιξή της μέσα σε ένα χρόνο, σχετικά με τα αίτια της και τις συνέπειες στη ψυχική υγεία και στη συμπεριφορά του εργαζόμενου. Τα αποτελέσματα των δύο ερευνών που διεξήχθησαν oδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι διαπροσωπικές συγκρούσεις στον χώρο εργασίας επηρέασαν την συναισθηματική εξάντληση και την απόδοση του εργαζόμενου. Η έρευνα ανέδειξε ότι οι συνθήκες αυτές μπορεί να αλλάξουν, όταν ο εργαζόμενος έχει αναρρώσει από την εργασία του και νιώθει εργασιακά δεσμευμένος.Τεκμήριο Human resource management and employer branding for high-performing small and medium-sized enterprises(28-02-2023) Ζωγράφου, Ειρήνη; Zografou, Irene; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Panagiotopoulou, Leda; Voudouris, Irini; Nikandrou, Irene; Gkypali, Areti; Papalexandri, Nancy; Deligianni, Ioanna; Galanaki, EleannaΤις τελευταίες δύο δεκαετίες, το Employer Branding (EB) έχει προσελκύσει την προσοχή των ακαδημαϊκών και επαγγελματιών στον χώρο της Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού (ΔΑΔ) αλλά και του Μάρκετινγκ. Παρά την τρέχουσα συζήτηση στη βιβλιογραφία σχετικά με τις επιδράσεις της ΔΑΔ και του ΕΒ στην οργανωσιακή απόδοση μεγάλων επιχειρήσεων, σχετικές έρευνες οι οποίες μελετούν τις επιδράσεις της ΔΑΔ και του ΕΒ στην οργανωσιακή απόδοση Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜμΕ), κρίνονται περιορισμένες. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή, διεξάγουμε δύο ποιοτικές (μελέτη 1, μελέτη 2) και μία ποσοτική μελέτη (μελέτη 3), και εξετάζουμε τον αντίκτυπο της ΔΑΔ και του ΕΒ στην απόδοση ΜμΕ. Η μελέτη 1, αποκάλυψε διαφορετικούς συνδυασμούς πρακτικών ΔΑΔ υψηλής οργανωσιακής απόδοσης, οι οποίες πρακτικές εφαρμόζονται κάτω απο συγκεκριμένες οργανωσιακές συνθήκες Μικρομεσαίων Ξενοδοχείων (ΜμΞ). Η εν λόγω μελέτη δείχνει πως δεν υπάρχει μόνο ένας βέλτιστος τρόπος προκειμένου να επιτευχθεί υψηλή οργανωσιακή απόδοση, καταρρίπτοντας την “one-size-fits-all” προσέγγιση της ΔΑΔ. Επεκτείνοντας τη μελέτη 1, η μελέτη 2 φανερώνει τη σημαντικότητα της συνέργειας της ΔΑΔ με το ΕΒ για υψηλή οργανωσιακή απόδοση. Ένα πολύ σημαντικό εύρημα έγκειται στο ότι μόνο τα ΜμΞ τα οποία διαθέτουν επαρκή επίπεδα εφαρμογής της ΔΑΔ και υψηλά επίπεδα ΕΒ, παρουσιάζουν υψηλές πιθανότητες να πετύχουν υψηλή οργανωσιακή απόδοση. Στη μελέτη 3, μελετήσαμε ως εξαρτημένες μεταβλητές την ατομική (εργαζόμενος) και την οργανωσιακή απόδοση (επιχείρηση), καθώς και εισαγάγαμε την έννοια του EB discrepancy. Χρησιμοποιώντας μια πολυεπίπεδη ανάλυση 524 εργαζομένων σε 55 ελληνικές ΜμΕ, αποδεικνύουμε πως η πρόθεση της διοίκησης της επιχείρησης να ασχοληθεί με το EB, συνδέεται θετικά και με τα δύο επίπεδα απόδοσης μέσω των διαμεσολαβητικών επιδράσεων της ΔΑΔ. Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα της μελέτης επιβεβαιώνουν τις διαμεσολαβητικές επιδράσεις του EB discrepancy μεταξύ της ΔΑΔ και της ατομικής απόδοσης. Τέλος, ενσωματώνοντας τις θεωρίες της σηματοδότησης και της κοινωνικής ανταλλαγής, η εν λόγω διατριβή αποκαλύπτει τους υποκείμενους μηχανισμούς που εξηγούν τις σχέσεις μεταξύ ΔΑΔ, EB, και απόδοσης. Συζητούνται αποτελέσματα και δίνονται προτάσεις για μελλοντικές έρευνες, αναδεικνύοντας νέες οδούς για την κατανόηση της συμβολής της ΔΑΔ και του EB στο πλαίσιο των ΜμΕ.Τεκμήριο Organizational virtuousness: examining its antecedents and its consequences through the lens of social exchange theory(30-06-2016) Tsachouridi, Irene; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Apospori, Eleni; Galanaki, Eleanna; Kokkinaki, Flora; Kyriakidou, Olivia; Panagiotopoulou, Leda; Papalexandri, Nancy; Nikandrou, IreneThis dissertation contributes to the investigation of Organizational Virtuousness, which is a concept of Positive Organizational Scholarship. More specifically, it examines a) the antecedents of organizational virtuousness’ perceptions, b) the effects of organizational virtuousness’ perceptions on employee outcomes, c) the explanatory factors of these effects, as well as d) the interplay between organizational virtuousness’ perceptions and employee exchange-based processes. To explore these issues this dissertation employed a preliminary qualitative study, as well as two field studies in which 250 and 354 employees took part. First of all, this dissertation introduces readers into its main concepts and research objectives. It also provides an analytical theoretical framework regarding the concepts of virtue and organizational virtuousness. Then, it analytically presents the rationale and premises of Social Exchange Theory, which is the theoretical framework employed. After analytically presenting its theoretical framework and integrating Social Exchange Theory into organizational virtuousness’ perceptions, this dissertation presents the qualitative study conducted and its main findings. Then, it analytically presents the Hypotheses of the first field study, while it also analytically presents the results of Hypotheses testing. The results of the first field study are summarized. Similarly to the first field study, this dissertation analytically presents the second field study and its findings.Last, this dissertation discusses its general findings and analytically explains its contribution to the field. Moreover, it discusses the limitations of its findings and makes suggestions for future research. It also discusses its practical implications and presents its conclusions.Τεκμήριο An empirical investigation into product rollover decisions: evidence from the UK(30-09-2022) Κυριακόπουλος, Νικόλαος; Kyriakopoulos, Nikolaos; Athens University of Economics and Business, Department of Marketing and Communication; Baltas, George; Skarmeas, Dionysios; Stathakopoulos, Vlasis; Siomkos, Georgios; Vassiliadis, Christos; Rigopoulos, Konstantinos; Argouslidis, ParaskevasΗ διδακτορική διατριβή μελετά την σημαντική επιχειρησιακά, αλλά ανεπαρκώς ερευνημένη διαδικασία αντικατάστασης προϊόντος (product rollover), η οποία αποτελείται από δύο διαδικασίες: α) την εισαγωγή της νέας γενιάς προϊόντος στην αγορά και β) τη σταδιακή ή άμεση κατάργηση της παλαιάς γενιάς από την αγορά. Η εμπειρική διερεύνηση σε δείγμα 179 επιχειρήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου προσδιόρισε παράγοντες επηρεασμού και αποτελέσματα των αποφάσεων αντικατάστασης προϊόντος. Οι αποφάσεις που μελετήθηκαν είναι οι αλλαγές στο μείγμα μάρκετινγκ του προϊόντος από την παλαιά γενιά στην νέα (product rollover modifications) και η καινοτομικότητα της αντικατάστασης προϊόντος (product rollover creativity). Οι παράγοντες επηρεασμού που εξετάστηκαν είναι η δυνατότητα της επιχείρησης να αφουγκράζεται την αγορά και το τεχνολογικό γίγνεσθαι (market and technology sensing capabilities), η οργανωσιακή απομάθηση (organizational unlearning) και η διάθεση της επιχείρησης για κανιβαλισμό (willingness to cannibalize). Όσον αφορά τα αποτελέσματα των αποφάσεων που ερευνήθηκαν είναι η απόδοση της αγοράς και η χρηματοοικονομική απόδοση της αντικατάστασης του προϊόντος (product rollover market and financial performance), καθώς και η συνολική απόδοση της αντικατάστασης (product rollover performance). Επίσης, διερευνήθηκε ο ρόλος της ρύθμισης (moderation) των σχέσεων από παράγοντες του εξωτερικού περιβάλλοντος όπως ο δυναμισμός (dynamism), η τεχνολογική αστάθεια (technological turbulence) και η αφθονία (munificence). Τα συμπεράσματα της παρούσας διδακτορικής διατριβής συνεισφέρουν σημαντικά τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο σε ένα ζήτημα το οποίο απασχολεί τη σημερινή εποχή τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τους καταναλωτές.Τεκμήριο Η ανάπτυξη της ελπίδας σε υγειονομικό προσωπικό και η επίδρασή της στην ικανοποίηση των ασθενών σε μονάδες υγείας(31-05-2024) Παυλάκου, Ευγενία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας; Βακόλα, Μαρία; Νικάνδρου, Ειρήνη; Γκυπάλη, Αρετή; Παπαλεξανδρή, Νάνσυ; Ιορδάνογλου, Δήμητρα; Θερίου, Γεώργιος; Παναγιωτοπούλου, ΛήδαΣτην παρούσα Διδακτορική Διατριβή εξετάζεται ο αντίκτυπος που έχει η διεξαγωγή δύο εκπαιδευτικών παρεμβάσεων με στόχο την ανάπτυξη της Ελπίδας σε επαγγελματίες υγείας. Συγκεκριμένα, διερευνάται κατά πόσον η ενδεχόμενη βελτίωση της Ελπίδας στους επαγγελματίες υγείας είναι εφικτό να βελτιώσει και τις άλλες διαστάσεις του Ψυχολογικού Κεφαλαίου, αλλά και αν μία τέτοια βελτίωση μπορεί να συνεισφέρει στην βελτίωση της ικανοποίησης των ασθενών. Κατ’αρχάς, πραγματοποιείται επισκόπηση της θεωρίας της Θετικής Ψυχολογίας, η οποία αποτελεί την βάση της Θετικής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς, κατά την οποία η καλλιέργεια μίας θετικής εταιρικής κουλτούρας συμβάλλει στο να απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι την εργασία τους και να είναι αποδοτική. Η Θετική Οργανωσιακή Συμπεριφορά περιλαμβάνει τέσσερις διαστάσεις: Ελπίδα, Αυτεπάρκεια, Ανθεκτικότητα και Αισιοδοξία, οι οποίες συγκροτούν το μοντέλο HERO (Hope-Efficacy-Resilience-Optimism). Προέκτασή της αποτελεί η θεωρία του Ψυχολογικού Κεφαλαίου, το οποίο επίσης σχετίζεται με την βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης των εργαζομένων. Η παρούσα διατριβή εστιάζει στον ρόλο της Ελπίδας και του Ψυχολογικού Κεφαλαίου στον χώρο της υγειονομικής περίθαλψης και συγκεκριμένα στην επίπτωση που έχουν καταρχήν στο υγειονομικό προσωπικό, το οποίο με τη σειρά του έρχεται σε επαφή με τους ασθενείς. Στην συνέχεια περιγράφεται η δομή και η διεξαγωγή των εκπαιδευτικών παρεμβάσεων και αναλύονται τα αποτελέσματά τους, από τα οποία προκύπτει ότι υπάρχει σαφής βελτίωση όχι μόνο στην Ελπίδα, αλλά και συνολικά στις διαστάσεις του Ψυχολογικού Κεφαλαίου στις ομάδες υγειονομικών που έλαβαν μέρος στις εκπαιδευτικές παρεμβάσεις. Επιπλέον στις ομάδες αυτές κατεγράφη και αυξημένο επίπεδο ικανοποίησης των ασθενών, τους οποίους διαχειρίστηκαν. Τέλος, αναλύονται εκτενώς οι περιορισμοί της έρευνας, αλλά και προτείνονται μελλοντικές εφαρμογές παρεμβάσεων με στόχο την βελτίωση της Ελπίδας.