Μεταπτυχιακές Εργασίες
Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://pyxida.aueb.gr/handle/123456789/35
Περιήγηση
Πρόσφατες Υποβολές
Τεκμήριο Could the goodwill impairment decision be subject to management discretion? The case of firms listed in the French Stock Market(2025-03-19) Καρακώστα, Ελένη; Karakosta, Eleni; Papadaki, Afroditi; Karampinis, Nikolaos; Doukakis, LeonidasΟι αποφάσεις για απομείωση της υπεραξίας στις χρηματοοικονομικές αναφορές είναι κεντρικής σημασίας για την αξιολόγηση της ηθικής της διοίκησης, ιδιαίτερα στις εταιρείες όπου η υπεραξία αποτελεί σημαντικό μέρος του συνόλου των περιουσιακών της στοιχείων (Ramana & Watts, 2012). Στις εταιρείες που είναι εισηγμένες στο γαλλικό χρηματιστήριο η απομείωση της υπεραξίας μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την αντίληψη των ενδιαφερόμενων μερών αναφορικά με την οικονομική ευημέρια και να επηρεάσει το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον. Η υιοθέτηση των ΔΠΧΑ (IFRS), και συγκεριμένα του IFRS3 αναφορικά με τις Επιχειρηματικές Συνενώσεις, έχει αλλάξει θεμελιωδώς τον τρόπο με τον οποίο η υπεραξία απεικονίζεται στις οικονομικές καταστάσεις. Η παρούσα διπλωματική εξετάζει το κατά πόσο η αποφάση για απομείωση της υπεραξίας στην περίπτωση των εισηγμένων εταιρειών στο γαλλικό χρηματιστήριο επηρεάζεται από τη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και τις ηθικές εκτιμήσεις των διευθυντικών στελεχών. Εξετάζει το ρυθμιστικό πλαίσιο, αναλύει τα κίνητρα και τις πιέσεις που αντιμετωπίζει η διοίκηση και αναζητά κατά πόσο οι ενέργειες της διοίκησης ευθυγραμμίζονται με τις αρχές της διαφάνειας και της ορθής απεικόνισης. Η έρευνα αναζητά τη δυνατότητα διαχείρισης κερδών μέσω στρατηγικών όπως "big bath accounting" και "income smoothing". Ερευνώντας συγκεκριμένες περιπτώσεις και τη γενική τάση γύρω από τις πρακτικές απομείωσης της υπεραξίας αναδεικνύεται ότι η διοίκηση έχει κάποιο βαθμό ελέγχου σχετικά με το εάν θα αναγνωριστεί απομείωση της υπεραξίας, κάτι που είναι ιδιαίτερα εμφανές στη στρατηγική "big bath accounting". Τα ευρήματα καταδεικνύουν τη πολυπλοκότητα των αποφάσεων απομειώσης υπεραξίας, οι οποίες επηρεάζονται από μία σειρά χρηματοοικονομικών παραμέτρων όπως επίπεδο χρέους, κερδοφορία πριν την απομείωση, μέγεθος της εταιρείας και επίπεδο υπεραξίας.Επιπλέον, καταδεικνύουν το ότι οι εισηγμένες εταιρείες στο γαλλικό χρηματιστήριο ενδέχεται να χρησιμοποιούν την απομείωση της υπεραξίας ως εργαλείο για τη διαχείρηση των κερδών και ως μέσο απεικόνισης της οικονομικής πραγματικότητας. Ειδικά εταιρείες με υψηλό επίπεδο χέρους είτε εκείνες που αντιμετωίζουν οικονομικές δυσκολίες ενδέχεται να πραγματοποιούν στρατηγικά απομειώσεις.Τεκμήριο Η επίδραση των επιδόσεων ESG στην επενδυτική αποτελεσματικότητα(2025-03-19) Πανταζής, Ιωάννης; Καραμπίνης, Νικόλαος; Δεμοιράκος, Ευθύμιος; Μπαμπουκάρδος, ΔιογένηςΣτη παρούσα εργασία εξετάζεται η σχέση μεταξύ των πολιτικών ESG (Περιβαλλοντική, Κοινωνική και Εταιρική Διακυβέρνηση) και της επενδυτικής αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων, καθώς και ο ρόλος του ελεγκτικού επαγγέλματος ως παράγοντας διασφάλισης μεταξύ εταιρειών και επενδυτών. Μέσα από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση που παρατίθεται, αναλύονται οι επιπτώσεις της υιοθέτησης ESG πρακτικών από τις εταιρείες στη χρηματοοικονομική απόδοση και την ελκυστικότητα προς τους επενδυτές. Παράλληλα διερευνάται η σημασία της διασφάλισης από ελεγκτικές εταιρείες , για την ενίσχυση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας των ESG αναφορών, ενώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στα διεθνή και ευρωπαϊκά ρυθμιστικά πλαίσια αναφοράς όπως, το GRI, την Οδηγία CSRD και την Ταξινομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU TAXONOMY), τα οποία καθορίζουν τις απαιτήσεις διαφάνειας και τις μεθόδους αξιολόγησης που πρέπει να ακολουθούν οι εταιρείες. Η εμπειρική ανάλυση εξετάζει τη σχέση μεταξύ επενδυτικής αποτελεσματικότητας (Investment Efficiency – Inv) και της απόδοσης εταιρειών πάνω στη Περιβαλλοντική, Κοινωνική και Εταιρική Ευθύνη. Για τον σκοπό αυτό συλλέχθηκαν δεδομένα από 100 διαφορετικές εταιρείες για τα έτη 2022 έως 2024, από διάφορες χώρες παγκοσμίως καλύπτοντας διαφορετικούς κλάδους. Για τη ποσοτική ανάλυση αναπτύχθηκαν μοντέλα πολλαπλής παλινδρόμησης (OLS Regression), όπου στο αρχικό μοντέλο ορίστηκε ως εξαρτημένη μεταβλητή η Investment Efficiency (Inv) και ως ανεξάρτητες μεταβλητές η ESG Performance (βαθμολογίες ESG), ο δείκτης ROA (Return on Assets), το Firm Size (Σύνολο Ενεργητικού), το Financial Leverage (Χρηματοοικονομική Μόχλευση), το Firm Age (ηλικία των εταιρειών), το Board Size (μέγεθος του Διοικητικού Συμβουλίου) και τη δυαδική μεταβλητή Big4 Dummy η οποία εξετάζει αν μια εταιρεία ελέγχεται από μια εκ των τεσσάρων Big4 εταιρειών διασφάλισης. Στη συνέχεια εξετάζεται ένα μοντέλο OLS με ψευδομεταβλητές (Year Dummies), για να ελεγχθεί αν υπάρχουν διαχρονικές επιδράσεις στην επενδυτική αποτελεσματικότητα και μέσα από τα αποτελέσματα αυτών των αναλύσεων καταλήγουμε σε χρήσιμα συμπεράσματα πάνω στην έρευνα μας, τα οποία θα αναλυθούν εκτενέστερα.Τεκμήριο The effect of business strategy on the relationship between working capital management and profitability in the UK market(2025-03-19) Korakis, Dimitrios; Κοράκης, Δημήτριος; Ballas, Apostolos; Doukakis, Leonidas; Vlismas, OrestesΗ παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζει τον ρόλο της επιχειρηματικής στρατηγικής ως μετριαστικού παράγοντα στη σχέση μεταξύ διαχείρισης κεφαλαίου κίνησης και κερδοφορίας στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Η διαχείριση κεφαλαίου κίνησης αποτελεί κρίσιμο τμήμα της χρηματοοικονομικής διαχείρισης, καθώς εξασφαλίζει τη ρευστότητα και την κερδοφορία μέσω της βραχυπρόθεσμης κατανομής των πόρων (Knauer & Wöhrmann, 2013). Η μελέτη βασίζεται στο μοντέλο των Miles και Snow (1978), το οποίο κατηγοριοποιεί τις επιχειρήσεις σε «πρωτοπόρους» και «αμυντικούς», ώστε να διερευνηθεί η επίδραση της στρατηγικής στη σχέση κεφαλαίου κίνησης και κερδοφορίας. Οι «πρωτοπόροι», που χαρακτηρίζονται από καινοτομία, εξερεύνηση και ευελιξία, αναμένεται να εμφανίζουν ασθενέστερη σχέση λόγω της ροπής προς τον κίνδυνο και των περίπλοκων δομών τους. Οι «αμυντικοί», με έμφαση στην αποδοτικότητα, τη σταθερότητα και τη διαχείριση κόστους, αναμένονται να παρουσιάζουν ισχυρότερη σχέση, λόγω των δομημένων διαδικασιών και της αυστηρής διαχείρισης αποθεμάτων και σχέσεων. Τα εμπειρικά αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τη σημασία των επιμέρους στοιχείων της διαχείρισης κεφαλαίου κίνησης (αποθέματα, απαιτήσεις, υποχρεώσεις) στην κερδοφορία. Ωστόσο, η επίδραση της στρατηγικής ήταν ασθενέστερη από το αναμενόμενο. Καμία από τις δύο στρατηγικές κατηγορίες δεν είχε στατιστικά σημαντική επίδραση στην αποδοτικότητα των σχετικών πολιτικών. Επιπλέον, δεν εντοπίστηκε μη γραμμική σχέση, αντικρούοντας προηγούμενες θεωρίες περί βέλτιστου επιπέδου κεφαλαίου κίνησης. Συνεπώς, ενώ η στρατηγική ευθυγράμμιση έχει αξία, φαίνεται πως εξωτερικοί και κλαδικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικότερο ρόλο στη σύνδεση διαχείρισης κεφαλαίου κίνησης και κερδοφορίας.Τεκμήριο Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και οικονομική κρίση(31-10-2016) Μπόλη, Μερόπη; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Σιουγλέ, ΓεωργίαΣκοπός της μελέτης είναι να διαπιστωθούν οι παράγοντες που προσδιορίζουν το βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο δανεισμό των ελληνικών εισηγμένων επιχειρήσεων.Μεθοδολογία/προσέγγιση: Σε δείγμα 84 εισηγμένων επιχειρήσεων στην Ελλάδα την περίοδο 2008-2014, διεξήχθησαν μία σειρά παλινδρομήσεων με απώτερο σκοπό να διαπιστωθούν οι παράγοντες που επιδρούν σε στατιστικά σημαντικό βαθμό στο μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο δανεισμό των επιχειρήσεων. Αρχικά, οι παλινδρομήσεις έγιναν με το μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο δανεισμό ως εξαρτημένες μεταβλητές ξεχωριστά, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο οι δύο αυτές παλινδρομήσεις ενώθηκαν σε μία για να φανούν απευθείας οι διαφορές (differences in-differences design). Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν αρχικά πως τα επίπεδα του μακροπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου δανεισμού διαφοροποιούνται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μεταξύ των περιόδων πριν και κατά την κρίση, τόσο σε όρους ισότητας μέσων, όσο και σε όρους ισότητας διαμέσων. Ο μακροπρόθεσμος δανεισμός μειώθηκε κατά την περίοδο της κρίσης, ενώ αυξήθηκε ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός.Οι παράγοντες που επιδρούν στο δανεισμό διαφοροποιούνται με βάση το αν είναι μακροπρόθεσμος ή βραχυπρόθεσμος. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις τείνουν να έχουν υψηλότερα επίπεδα μακροπρόθεσμου δανεισμού, ενώ οι μικρότερες υψηλότερα επίπεδα βραχυπρόθεσμου. Μέσω του μακροπρόθεσμου δανεισμού καλύπτονται όλες οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, ενώ μέσω του βραχυπρόθεσμου δανεισμού κυρίως οι άμεσες.Πρωτοτυπία/αξία: Δεν έχει διεξαχθεί παρόμοια έρευνα για τις ελληνικές εισηγμένες επιχειρήσεις που να περιλαμβάνει και το διάστημα της κρίσης. Επομένως η έρευνα αυτή μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές έρευνες επί του θέματος.Τεκμήριο Συστήματα κοστολόγησης στην Ελλάδα: ομοιότητες και διαφορές με την υπόλοιπη Ευρώπη(30-12-2005) Παπαϊωάννου, ΕυδοκίαΣτόχος της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση και σύγκριση όλων των τεχνικών κοστολόγησης, τόσο των παραδοσιακών τεχνικών όσο και νεότερων τεχνικών, όπως είναι το Activity Based Costing, που χρησιμοποιούνται από τις ελληνικές επιχειρήσεις. Το αντικείμενο έρευνας βέβαια αυτής της διπλωματικής εργασίας αποτέλεσαν κυρίως οι ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας για τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στον ελλαδικό χώρο χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια συγκρίσεων και τον εντοπισμό ομοιοτήτων και διαφορών σε σχέση με τα αποτελέσματα που προκύπτουν στον Ευρωπαϊκό χώρο αλλά και σε σχέση με αποτελέσματα παλαιότερων ερευνών στην Ελλάδα, που διενεργήθηκαν από τους κυρίους Μπάλλα Α. και Βενιέρη Γ. (1996) και τις κυρίες Κοέν Σ. και Καϋμενάκη Ε. (2003).Τεκμήριο Ποιότητα εξωτερικού ελέγχου μεταξύ Big Four και άλλων ελεγκτικών: σύγκριση επιπέδου χειραγώγησης κερδών(31-10-2022) Δεληγιαννίδη, Αναστασία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Δεμοιράκος, Ευθύμιος; Σιουγλέ, Γεωργία; Μπάλλας, ΑπόστολοςΗ παρούσα εργασία ασχολείται με τον εξωτερικό έλεγχο (external audit). Πιο συγκεκριμένα, ασχολείται με την ποιότητα του εξωτερικού ελέγχου, δηλαδή εάν αυτός ασκείται από μια εκ των μεγάλων και πολύ γνωστών ελεγκτικών εταιρειών, γνωστών και ως BIG4 οι οποίες είναι οι Deloitte, PricewaterhouseCoopers (PwC), Ernst & Young (EY) και KPMG, και κατά πόσο η αντιλαμβανόμενη αυξημένη ποιότητα ελέγχου μπορεί να αποδειχθεί αποτρεπτική για ανήθικες συμπεριφορές εκ μέρους των επιχειρήσεων οι οποίες έχουν να κάνουν με εσκεμμένη παραποίηση και δημοσίευση λογιστικών καταστάσεων για διάφορους λόγους. Εξετάστηκε, εμπειρικά, κατά πόσο διαφοροποιείται το επίπεδο χειραγώγησης κερδών ανάλογα με το εάν ο εξωτερικός ελεγκτής είναι κάποιος εκ των BIG4, με ένα δείγμα 135 επιχειρήσεων από το Χρηματιστήριο Αθηνών από διάφορους κλάδους (εξαιρέθηκε ο ευρύτερος χρηματοοικονομικός τομέας) για την περίοδο 2008-2020. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το επίπεδο χειραγώγησης των κερδών, όπως αυτό μετράται βάσει των δεδουλευμένων (ΑΕΜ), δεν βρέθηκε υψηλότερο για τις επιχειρήσεις που έχουν εξωτερικό ελεγκτή κάποια άλλη ελεγκτική εταιρεία, κάτι που δεν επιβεβαιώνει την πρώτη ερευνητική υπόθεση. Για κάποιους δείκτες χειραγώγησης των πραγματικών δραστηριοτήτων (REM) δεν βρέθηκε καμία διαφοροποίηση στο επίπεδο χειραγώγησης των κερδών, ανάλογα με το αν είναι εξωτερικός ελεγκτής κάποιος εκ των BIG4, κάτι που επιβεβαιώνει τη δεύτερη ερευνητική υπόθεση, ενώ για κάποιους άλλους τότε προέκυψε ότι το επίπεδο χειραγώγησης των κερδών είναι πιο χαμηλό για τις επιχειρήσεις που έχουν εξωτερικό συντελεστή κάποια εκ των BIG4, κάτι που δεν επιβεβαιώνει τη δεύτερη ερευνητική υπόθεση.Τεκμήριο Ανάλυση των χαρακτηριστικών της Fintech και των συνεπειών για τον τραπεζικό τομέα(14-02-2023) Σούρας, Παντελεήμων-Παναγιώτης; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Λελεδάκης, Γεώργιος; Χαλαμανδάρης, Γεώργιος; Γεωργούτσος, ΔημήτριοςΟι εταιρείες FinTech έχουν αναπτυχθεί τρομερά τις τελευταίες δεκαετίες και δημιούργησαν μεγάλες επιπτώσεις στα παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οδήγησαν σε τεράστιες αλλαγές στους τρόπους παροχής των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Η συνεχής ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει περάσει σε ένα νέο στάδιο, όπου οι νεοεισερχόμενοι επηρεάζουν ακόμη περισσότερο τους παραδοσιακούς φορείς και πολλές προκλήσεις που συνοδεύονται από απειλές ενδέχεται να έρθουν στο φως. Ερωτήματα άρχισαν να εμφανίζονται για το μέλλον των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αφού οι νεοεισερχόμενοι παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες με τους υπάρχοντες φορείς αλλά με καινοτόμο τρόπο. Ως εκ τούτου, στόχος αυτής της εργασίας ήταν να εξετάσει και να αναλύσει τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζονται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από τις εταιρείες FinTech. Επιπλέον, σκοπός ήταν να γίνει καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι παραδοσιακοί φορείς αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις των νεοεισερχομένων και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε ήταν αυτή της βιβλιογραφικής ανασκόπησης, ενώ τα ευρήματα έδειξαν ότι οι εταιρείες FinTech υποχρέωσαν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αναπτύξουν τα συστήματα και τις υπηρεσίες πληροφορικής τους, είτε εσωτερικά είτε συνεργαζόμενα με εταιρείες FinTech και τα έκαναν πιο ανοιχτά για συνεργασία από ότι παλαιότερα. Όσον αφορά τη στάση που τήρησαν τα παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, διαπιστώθηκε ότι όλες οι τράπεζες είναι θετικές για τις εταιρείες FinTech και τις επιπτώσεις τους, παρόλο που μερικοί από τους νεοεισερχόμενους προσπαθούν να παρέχουν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες με χαμηλή ασφάλεια, γενικά οι περισσότεροι από τους αυτούς επιθυμούν να βελτιώσουν τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.Τεκμήριο Risk measurement in the shipping markets based on the shipowners chartering policy decisions(29-11-2022) Bakalis, Konstantinos; Lelis, Konstantinos; Μπακάλης, Κωνσταντίνος; Λέλης, Κωνσταντίνος; Athens University of Economics and Business, Department of Accounting and Finance; Kavussanos, Emmanuel G.; Androutsopoulos, Konstantinos; Tsouknidis, DimitriosΟι δύο κύριοι στόχοι αυτής της διατριβής ήταν η δημιουργία ενός δείκτη ναυτιλιακού κινδύνου και η ποιοτική σύγκριση μεταξύ της επίδρασης του δείκτη ναυτιλιακού κινδύνου και άλλων δεικτών που σχετίζονται με τον κίνδυνο στους ναύλους (μεγάλης και μικρής διαρκείας) με βάση τις υπάρχουσες διαφορές τους. Το αναμενόμενο αποτέλεσμα μέσω του συνδυασμού των δύο κύριων στόχων είναι ότι θα παρέχει μια καλύτερη και πιο ακριβή επιστημονική εξήγηση σχετικά με τον κίνδυνο που είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν οι πλοιοκτήτες με βάση το προφίλ κινδύνου τους. Η ανάπτυξη του νέου δείκτη ναυτιλιακού κινδύνου βασίστηκε στην καταμέτρηση της συχνότητας πολλών λέξεων-κλειδιών που ήταν προσανατολισμένες στον κίνδυνο. Αυτές οι λέξεις-κλειδιά βρέθηκαν και εντοπίστηκαν σε διάφορες δημοσιευμένες αναφορές ναυτιλιακών εταιρειών που δημοσιεύτηκαν για μια περίοδο 7 ετών (2015-2021). Η μέτρηση της επίδρασης των δεικτών GPR, G-EPU και TPU στα σπρεντ για κάθε έναν από τους επιλεγμένους τύπους πλοίων (Capesizes, Panamaxes, Handysizes, Aframaxes και VLCCs) έγινε χρησιμοποιώντας το οικονομετρικό εργαλείο που ονομάζεται VAR (διανυσματική αυτοπαλινδρόμηση) ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο, η επεξηγηματική ισχύς αυτών των δεικτών συγκρίθηκε ποιοτικά με εκείνη του νεοδημιουργηθέντος δείκτη SRK. Το τελευταίο μέρος του οικονομετρικού μοντέλου κάλυψε μια ανάλυση των IRF (Συναρτήσεις Απόκρισης Παρόρμησης) και FEVD (Αποσύνθεση Διακύμανσης Σφάλματος Πρόβλεψης) όπου μετρήθηκαν οι επιπτώσεις των σοκ στους δείκτες GPR, G-EPU και TPU πάνω στις υπάρχουσες διαφορές τους, μαζί με την επεξηγηματική τους ισχύ σχετικά με τη διακύμανση αυτών των διαφορών. Τέλος, αναπτύχθηκε η ιδέα της ποιοτικής σύγκρισης μεταξύ της επίδρασης του δείκτη ναυτιλιακού κινδύνου και άλλων δεικτών που σχετίζονται με τον κίνδυνο στους ναύλους (με βάση τις υπάρχουσες διαφορές τους) προκειμένου να αποτυπωθεί με μεγαλύτερη ακρίβεια η συνολική επίδραση του κινδύνου στους ναύλους.Τεκμήριο Η αντίδραση της αγοράς στην ανακοίνωση έκδοσης πράσινων ομολόγων(31-10-2022) Κακούρη, Ευθυμία; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Δράκος, Κωνσταντίνος; Σπύρου, Σπύρος; Λελεδάκης, ΓεώργιοςΗ παρούσα εργασία διαπραγματεύεται την αντίδραση της αγοράς στην ανακοίνωση έκδοσης εταιρικών πράσινων ομολόγων, τα έσοδα των οποίων χρηματοδοτούν έργα φιλικά προς το περιβάλλον. Παρουσιάζεται μια εμπειρική μελέτη σχετικά με τις αποδόσεις ανακοίνωσης και τις πραγματικές επιπτώσεις της έκδοσης πράσινων ομολόγων από επιχειρήσεις σε χώρες παγκοσμίως κατά την περίοδο 2019-2021. Χρησιμοποιήθηκε ένα δείγμα 142 πράσινων ομολόγων και διερευνήθηκαν μόνο οι εταιρικές εκδόσεις αυτών. Μετά τη σύνταξη μιας ολοκληρωμένης μελέτης του συνόλου των δεδομένων για τα πράσινα ομόλογα, τεκμηριώνεται ότι η αγορά ανταποκρίνεται αρνητικά στην έκδοση πράσινων ομολόγων και διερευνήθηκαν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Επιπλέον, μελετήθηκε η επίδραση των χρηματοοικονομικών δεικτών στο αποτέλεσμα.Τεκμήριο Ποιότητα κερδών: ορισμός, ιδιότητες και προσεγγίσεις μέτρησης(14-02-2023) Παναγή, Κωνσταντίνα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Καραμπίνης, Νικόλαος; Βλησμάς, Ορέστης; Χέβας, ΔημοσθένηςΣκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να αναλύσει την έννοια της ποιότητας των κερδών. Η ανάλυση της ποιότητας των κερδών περιλαμβάνει την παρουσίαση των επικρατέστερων ορισμών που έχουν παρουσιαστεί μέχρι σήμερα στην βιβλιογραφία και έχουν υιοθετηθεί από τους ερευνητές για να περιγράψουν την συγκεκριμένη έννοια. Βασικό μέρος της ανάλυσης της ποιότητας των κερδών αποτελεί η εξέταση της έννοιας της διαχείρισης των κερδών, η οποία είναι πολύ σημαντική για την εμπειρική ανάλυση που πραγματοποιείται στην συνέχεια. Παράλληλα, εξετάζονται μερικές από τις πιο αξιοσημείωτες ιδιότητες της ποιότητας των κερδών, με σκοπό να διερευνηθούν οι μεταξύ τους σχέσεις αλλά και ο τρόπος με τον οποίο οι ιδιότητες αυτές επηρεάζουν την ποιότητα των κερδών. Συγκεκριμένα, εξετάζονται οι ιδιότητες της ποιότητας των δεδουλευμένων, της διατηρισιμότητας των κερδών, του πληροφοριακού περιεχομένου των κερδών και του λογιστικού συντηρητισμού και εξάγονται συμπεράσματα σχετικά με την συμβολή τους στην ποιότητα των κερδών. Εν συνεχεία, γίνεται η παρουσίαση των δύο σημαντικότερων υποδειγμάτων της βιβλιογραφίας σχετικά με την διαχείριση των κερδών. Αναλυτικότερα, τα δύο υπό εξέταση υποδείγματα είναι το υπόδειγμα Jones και το τροποποιημένο υπόδειγμα Jones. Τα συγκεκριμένα μοντέλα χρησιμοποιούνται για την εμπειρική ανάλυση που συμπεριλαμβάνεται στα πλαίσια της παρούσας εργασίας και υπολογίζουν την διαχείριση των κερδών θέτοντας ως πληρεξούσιο μέτρο τα συνολικά δεδουλευμένα. Η ερευνητική υπόθεση που εξετάζεται στα πλαίσια της εργασίας είναι η ικανότητα των δύο υποδειγμάτων, και ειδικότερα των ανεξάρτητων μεταβλητών τους, να ερμηνεύσουν τις μεταβολές των συνολικών δεδουλευμένων. Πιο συγκεκριμένα, για την εμπειρική ανάλυση υπολογίζονται οι παλινδρομήσεις των παραπάνω υποδειγμάτων για τις εταιρίες που περιλαμβάνονται στον χρηματιστηριακό δείκτη S&P 500 για το χρονικό διάστημα μίας δεκαετίας (2010-2019). Τα αποτελέσματα της εμπειρικής ανάλυσης συμφωνούν με την βιβλιογραφία και επιβεβαιώνουν την μεγαλύτερη επεξηγηματική ικανότητα του τροποποιημένου υποδείγματος Jones έναντι του αρχικού υποδείγματος Jones. Τέλος, διενεργείται η ανάλυση ευαισθησίας των αποτελεσμάτων για να εξεταστεί η περίπτωση παραβίασης των βασικών υποθέσεωντου πολλαπλού μοντέλου παλινδρόμησης. Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τους συγκεκριμένους ελέγχους αποδεικνύουν πως τα συμπεράσματα που εξάχθηκαν από την εμπειρική ανάλυση δύναται να χαρακτηριστούν ως αξιόπιστα και ανθεκτικά.Τεκμήριο Ανάλυση των τιμών επαναγοράς μετοχών για τις αμερικανικές εταιρείες και οι παράγοντες που τις επηρεάζουν(30-11-2022) Μαρινάκης, Ιωάννης; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Τσεκρέκος, Ανδριανός; Λελεδάκης, Γεώργιος; Επίσκοπος, ΑθανάσιοςΗ παρούσα διπλωματική εργασία, ασχολείται με το θέμα της αγοράς ιδίων μετοχών από τις αμερικανικές επιχειρήσεις και ερευνά το αν οι τελευταίες επαναγοράζουν τις μετοχές τους σε χαμηλότερες τιμές σε σχέση με τους υπόλοιπους επενδυτές. Επίσης, διερευνώνται τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των εταιρειών τα οποία μπορούν να επηρεάσουν το πόσο φτηνότερα ή ακριβότερα αγοράζουν οι εταιρείες τις μετοχές τους, σε σχέση με τις τιμές που αγοράζει ένας μέσος επενδυτής. Τέλος, εξετάζεται το αν οι αμερικανικές εταιρείες αύξησαν τις επαναγορές μετοχών τους, ύστερα από την εφαρμογή του φορολογικού νομοσχεδίου Tax Cuts and Jobs Act.Το δείγμα που επιλέχθηκε, περιλαμβάνει μηνιαία στοιχεία επαναγορών αλλά και άλλων μεγεθών για συνολικά 27 εταιρείες που συμπεριλαμβάνονται στο δείκτη Dow Jones για το διάστημα από το 2015 μέχρι το 2019. Τα δεδομένα για τις τιμές επαναγοράς και ο όγκος των μετοχών που αγοράστηκαν από κάθε εταιρεία, συλλέχθηκαν χειρωνακτικά μέσα από τις τριμηνιαίες και τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών. Τα συμπεράσματα που βγήκαν από τη μελέτη αυτή είναι αρχικά ότι οι εταιρείες κατά μέσο όρο επαναγοράζουν τις μετοχές τους σε τιμές χαμηλότερες από τη μέση τιμή αγοράς, ενώ στη συνέχεια φάνηκε ότι σημαντική επίδραση στην τιμή επαναγοράς των μετοχών έχει πρώτον, η συχνότητα των επαναγορών από τις εταιρείες και δεύτερον, η ρευστότητα της χρηματιστηριακής αγοράς. Συγκεκριμένα, με βάση τα πολυμεταβλητά οικονομετρικά υποδείγματα που χρησιμοποιήθηκαν, βρέθηκε ότι όσο συχνότερα επαναγοράζουν τις μετοχές τους οι εταιρείες τόσο χαμηλότερη είναι και η τιμή επαναγοράς και αντίθετα όσο μικρότερη ρευστότητα επικρατεί στην αγορά τόσο μειώνονται και οι τιμές επαναγοράς.Καταλήγοντας, όσον αφορά το νόμο Tax Cuts and Jobs Act, με βάση τα στοιχεία των επαναγορών, φαίνεται ότι μετά την εφαρμογή του νόμου στις αρχές του 2018, οι αμερικανικές εταιρείες βρέθηκαν με ένα πλεόνασμα ρευστών διαθεσίμων στα χέρια τους και για το λόγο αυτό υπήρξε μια αισθητή αύξηση στις αγορές ιδίων μετοχών.Τεκμήριο Effects of Covid-19 on freight rates in relation to the demand and supply curve(22-02-2023) Δανόπουλος, Δημήτριος; Γιαννουκάκης, Ανδρέας; Giannoukakis, Andreas; Danopoulos, Dimitrios; Athens University of Economics and Business, Department of Accounting and Finance; Kavussanos, Emmanuel G.; Rompolis, Leonidas; Sapouna, PanagiotaΟ Covid-19 έχει επηρεάσει πολλές βιομηχανίες, μεταξύ των οποίων και τον ναυτιλιακό τομέα. Επηρέασε τη ζήτηση και την προσφορά διεθνών ναυτιλιακών υπηρεσιών. Αυτή η μελέτη επικεντρώθηκε στην εξέταση των επιπτώσεων του Covid-19 στους ναύλους σε σχέση με την καμπύλη ζήτησης και προσφοράς. Για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης πραγματοποιήθηκε τόσο ποιοτική όσο και ποσοτική έρευνα. Η ποιοτική έρευνα διενεργήθηκε προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι λόγοι για τη μεταβολή της προσφοράς, της ζήτησης και των ναύλων. Η ποσοτική έρευνα διενεργήθηκε προκειμένου να μετρηθούν οι επιπτώσεις του Covid-19 στους ναύλους και να ελεγχθεί η αξιοπιστία των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν από τις συνεντεύξεις που διεξήχθησαν στην ποιοτική ανάλυση. Τέσσερις (4) ειδικοί από από τον διεθνή ναυτιλιακό χώρο έλαβαν μέρος στις συνεντεύξεις, συγκεκριμένα από εταιρείες που ασχολούνται με διεθνείς ναυτιλιακές δραστηριότητες, η μελέτη αποκάλυψε ότι η μετατόπιση της καμπύλης ζήτησης και προσφοράς δεν επηρέασε ιδιαίτερα τους ναύλους. Ωστόσο, αυτό επιτεύχθηκε επειδή η πανδημία επηρέασε τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση, συρρικνώνοντας την καμπύλη ζήτησης και προσφοράς (μετατόπιση προς τα αριστερά). Ο Covid-19 έφερε έλλειψη προσφοράς και ζήτησης λόγω των διαταραγμένων συστημάτων εφοδιαστικής αλυσίδας. Ένα άλλο σημείο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι οι ναύλοι άλλαξαν όταν επηρεαζόταν ένας μακροοικονομικός παράγοντας (ζήτηση ή προσφορά). Για παράδειγμα, μια μείωση της ζήτησης έφερε αντίστοιχη μείωση των επιτοκίων. Όταν μειώθηκε η προσφορά, οι ναύλοι αυξήθηκαν και σταθεροποιήθηκαν. Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί σε άλλους παράγοντες που επηρέασαν τους ναύλους και την επίδραση της καμπύλης όταν η προσφορά και η ζήτηση κινήθηκαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, δηλαδή, η μία μειώνεται και η άλλη επεκτείνεται/αυξάνεται.Τεκμήριο The effect of the macro-finance environment on mutual funds during the global financial crisis. How have mutual funds recovered over the years and how has COVID-19 affected them?(20-07-2022) Βαλσαμάκης, Χρυσόστομος; Μυλωνάκης, Ανδρέας; Mylonakis, Andreas; Valsamakis, Chrysostomos; Athens University of Economics and Business, Department of Accounting and Finance; Kavussanos, Emmanuel G.; Rompolis, Leonidas; Spyrou, SpyrosLast decades, mutual funds have attracted the attention of investors worldwide. These investment products are especially attractive for private investors who aim to increase their income. Recent years, literature has focused on the impact of a variety of factors, including macroeconomic variables, on mutual funds’ performance. However, mutual funds’ returns have not been extensively investigated and this thesis aims to shed light on this topic. More specifically, the impact of several macroeconomic variables on different mutual funds depending on their rating performance has been investigated. Moreover, there is no existing study focusing on the U.S. mutual funds’ returns, which motivated us to fill this gap in the literature and provide some findings, since U.S. capital markets are of major importance for investors worldwide and a variety of different stakeholders would be interested in identifying the macroeconomic determinants of U.S. mutual funds’ returns. From a technical point of view, the models that have been applied are based on the Arbitrage Pricing Theory model. The findings of the study show that in most cases the U.S. dollar index and FED interest rates are included in the final models for mutual funds’ returns, based on whether their coefficients are statistically significant. Finally, the relationships between the mutual funds’ returns and macroeconomic variables is indicated that change during crises like the GFC and COVID-19 pandemicΤεκμήριο Η σχέση μεταξύ μερισματικής πολιτικής και απόδοσης μετοχών(30-11-2022) Μαστοράκης, Παναγιώτης; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Τσεκρέκος, Ανδριανός; Χαλαμανδάρης, Γεώργιος; Δράκος, ΚωνσταντίνοςΣκοπός της εργασίας είναι: 1) η μελέτη της σχέσης (εφόσον αυτή υπάρχει), μεταξύ της Mερισματικής Aπόδοσης και της Kεφαλαιακής Aπόδοσης των μετοχών. 2) η κατανόηση βασικών εννοιών σχετικά με το μέρισμα, τις μετοχές, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο χρηματιστηριακός κόσμος3) η παρουσίαση των διαφορετικών πόλων σκέψης, γύρω από το θέμα της Μερισματικής Πολιτικής και τησ επίδραση της στην αξία και κατ’ επέκταση και στην απόδοση των μετοχών. Για την βέλτιστη δυνατή αξιοπιστία των αποτελεσμάτων, καταρτίστηκαν δύο μοντέλα με διάφορους παράγοντες που επιδρούν στις μεταβολές της τιμής των μετοχών. Το δείγμα αποτελείται από 20 εταιρίες του τομέα εξόρυξης και επεξεργασίας πετρελαίου και φυσικού αερίου που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης πριν από το 2004.Η διάρκεια της έρευνας είναι 15 χρόνια και καλύπτει το διάστημα 2004 έως 2019. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσω της βάσης δεδομένων Eikon Datastream και ορισμένων ιστοσελίδων οικονομικού περιεχομένου. Στα υπό εξέταση μοντέλα, εφαρμόστηκε η μέθοδος Ordinary Least Squares regression (OLS), χρησιμοποιώντας Panel Data. Το πρόγραμμα που χρησιμοποιήθηκε είναι το Eviews.Τεκμήριο Η επίδραση της πανδημίας και των μέτρων περιορισμού της στους κλαδικούς χρηματιστηριακούς δείκτες(14-02-2023) Κάτσος, Κωνσταντίνος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Λελεδάκης, Γεώργιος; Γεωργούτσος, Δημήτριος; Δράκος, ΚωνσταντίνοςΗ πανδημία που ξέσπασε παγκοσμίως από τις αρχές Ιανουαρίου 2020 είχε σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση της πανδημίας, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών έλαβαν μέτρα. Ωστόσο, τα κυβερνητικά μέτρα δεν έπληξαν στην ίδια έκταση και ένταση όλους τους κλάδους: έτσι, ορισμένοι κλάδοι υπέστησαν ολική διακοπή της δραστηριότητάς τους, άλλοι κλάδοι δεν είχαν σημαντικές διαφορές, ενώ υπήρξαν και κλάδοι που γνώρισαν αύξηση της δραστηριότητά τους. Ταυτόχρονα, οι καταναλωτές δεν μετέβαλαν την συμπεριφορά τους με ομοιόμορφο τρόπο για όλα τα προϊόντα: έτσι, ενώ σε ορισμένα προϊόντα καταγράφηκε δραστική περικοπή της κατανάλωσης, σε άλλα αγαθά σημειώθηκε αύξησή της ζήτησής τους. Επιπρόσθετα, η επίδραση του κορονοϊού δεν ήταν ίδια μεταξύ των διαφόρων χωρών: ο αριθμός των θανάτων και των κρουσμάτων διαφέρει, όπως επίσης διέφεραν και τα μέτρα ανά χώρα. Ως εκ τούτου, τίθεται το ερώτημα του κατά πόσο καταγράφονται διαφοροποιήσεις στις αποδόσεις των μετοχών την περίοδο της έξαρσης του κορονοϊού. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε έρευνα με την χρήση του μοντέλου Difference-in-Difference σε κλαδικούς χρηματιστηριακούς δείκτες τεσσάρων χρηματιστηριακών αγορών -ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία και Ελλάδα- προκειμένου να διαπιστωθεί το κατά πόσο καταγράφονται διαφοροποιήσεις στις αποδόσεις των κλαδικών δεικτών ανάλογα με την αυστηρότητα των κυβερνητικών μέτρων. Από την εργασία διαπιστώθηκε ότι όντως καταγράφονται διαφοροποιήσεις στην επίδραση που είχαν τα κυβερνητικά μέτρα στις αποδόσεις των κλάδων, καθώς σε ορισμένους κλάδους τα αυστηρά μέτρα είχαν στατιστικά σημαντική επίδραση, ενώ σε άλλους κλάδους δεν καταγράφεται ουσιαστική επίδραση. Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι σε περιόδους κρίσης, ορισμένοι τομείς της χρηματιστηριακής αγοράς τείνουν να είναι πιο ευμετάβλητοι από άλλους, καθώς ο κάθε κλάδος αντιμετωπίζει διαφορετικές μεταβολές τόσο από την πλευρά της προφοράς, όσο και από την πλευρά της ζήτησης λόγω των κυβερνητικών μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας.Τεκμήριο The effect of CO2 emissions on the spot rate in bulk shipping(30-11-2022) Stoumpos, Charalampos; Στούμπος, Χαράλαμπος; Sundær, Kjetil; Athens University of Economics and Business, Department of Accounting and Finance; Kavussanos, Emmanuel G.; Androutsopoulos, Konstantinos; Tsouknidis, DimitriosΥπάρχει μια σοβαρή παγκόσμια ανησυχία σχετικά με τις επιπτώσεις των αυξημένων εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Η αύξηση της θερμοκρασίας ενδέχεται να δημιουργήσει κάποια σοβαρά προβλήματα για όλους στην γη. Τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει πολύ σοβαρές συζητήσεις για το τι πρέπει να γίνει ούτως ώστε να περιοριστούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου και την επιβράδυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.Η ναυτιλία παρουσιάζεται συχνά ως ένας από τους σημαντικότερους παραγωγούς καυσαερίων στον κόσμο και τα τελευταία χρόνια πολλές ναυτιλιακές εταιρείες όπως και οι πελάτες τους, έχουν δηλώσει ένθερμα την υποστήριξή τους σε αυτή την αλλαγή. Ο ΙΜΟ μαζί με άλλους οργανισμούς και μεμονωμένα έθνη έχουν εισαγάγει διάφορες πρωτοβουλίες για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την ναυτιλία. Αυτές οι πρωτοβουλίες δεν είναι αρκετές για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα που προκύπτουν, με τέτοιο τρόπο που να εκπληρώσουν τους στόχους που έχουν τεθεί στην Συμφωνία των Παρισίων.Στο πλαίσιο μιας από αυτές τις πρωτοβουλίες, η ΕΕ απαιτεί από τα πλοία που προσεγγίζουν τα λιμάνια της, να αναφέρουν τις εκπομπές CO2 στο Thetis MRV. Στην παρούσα εργασία χρησιμοποιούμε αυτό το δημόσιο σύνολο δεδομένων μαζί με στοιχεία από το Clarkons SIN, για να ελέγξουμε τη συσχέτιση μεταξύ χαμηλότερων ρύπων και υψηλότερων ναύλων. Επιχειρώντας να απομονώσουμε το ναύλο που κερδίζει το πλοίο από τα καύσιμα. χρησιμοποιώντας το πιο αποδοτικά και εφαρμόζοντας άλλα πράσινα μέτρα, μπορούμε να μετρήσουμε την προθυμία της αγοράς να πληρώσει παραπάνω για "πιο πράσινα" πλοία. Είναι οι ναυλωτές πρόθυμοι να πληρώσουν παραπάνω για ένα πιο πράσινο πλοίο για περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς λόγους; Αυτή η εργασία δείχνει ότι δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για μια τέτοια συμπεριφορά της αγοράς. Στη συνέχεια προτείνουμε κάποια πιθανά μέτρα για την ενθάρρυνση μιας τέτοιας συμπεριφοράςΤεκμήριο Green premium in shipping bonds(28-11-2022) Athanasopoulos, Anastasios; Αθανασόπουλος, Αναστάσιος; Park, JunHoo; Athens University of Economics and Business, Department of Accounting and Finance; Kavussanos, Emmanuel G.; Demirakos, Efthimios; Tsouknidis, DimitriosΤην προηγούμενη δεκαετία οι περισσότερες βιομηχανίες σε όλο τον κόσμο ξεκινούν να εκδίδουν μεγάλο αριθμό πράσινων ομολόγων. Ένας από τους λόγους είναι ότι οι περιβαλλοντικοί επενδυτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν έξτρα για αυτά τα ομόλογα, δίνοντας έτσι στον εκδότη έναν φθηνότερο τρόπο έκδοσης χρέους, δηλαδή, χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει εάν αυτή η πράσινη υπερτίμηση υπάρχει στη ναυτιλιακή αγορά, η οποία σχετικά πρόσφατα άρχισε να εκδίδει πράσινα ομόλογα, αλλά με πολύ πιο αργό ρυθμό από άλλους κλάδους. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε είναι η παλινδρόμηση δεδομένων πάνελ, παρόμοια με τους Kavussanos & Tsouknidis (2014). Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι τα πράσινα ναυτιλιακά ομόλογα δεν επιτυγχάνουν υπερτίμηση στην αγορά και επομένως αντιμετωπίζονται όπως τα συμβατικά ομόλογα, σηματοδοτώντας τη μη ελκυστικότητα του κλάδου στους προαναφερθέντες φιλοπεριβαλλοντικούς επενδυτές. Το αποδίδουμε σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, η φύση της ναυτιλιακής βιομηχανίας την καθιστά μη ελκυστική για τους περιβαλλοντικά συνειδητοποιημένους επενδυτές, επειδή είναι σημαντικός ρυπαίνων και ασχολείται πολύ με την μεταφορά ορυκτών καυσίμων, και έτσι οποιαδήποτε έκδοση πράσινων ναυτιλιακών ομολόγων είναι πιθανό να θεωρηθεί ως πράσινη πλύση παρά ως γνήσια προσπάθεια από τον εκδότη για να μειώσει το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα. Αυτή η μη ελκυστικότητα ενισχύεται περαιτέρω από τα μοναδικά χαρακτηριστικά του κλάδου που οι περισσότεροι γενικοί επενδυτές δεν γνωρίζουν. Δεύτερον, τα αποτελέσματα μπορούν να θεωρηθούν στρεβλά λόγω της κυκλικότητας στη ναυτιλία και του συνολικού αντίκτυπου του Covid-19, πράγμα που σημαίνει ότι εάν οι εκδόσεις πράσινων ναυτιλιακών ομολόγων κάλυπταν έναν ολόκληρο κύκλο ναυτιλίας και δεν επηρεάζονταν από τον Covid-19, θα μπορούσε να είχε δημιουργηθεί μία υπερτίμηση. Περαιτέρω έρευνα ενθαρρύνεται σε αυτό το θέμα, ειδικά καθώς η αγορά πράσινων ομολόγων της ναυτιλίας συνεχίζει να ωριμάζει, καθώς η ύπαρξη πράσινης υπερτίμησης στη ναυτιλία θα παρακινούσε τις ναυτιλιακές εταιρείες να συμμετάσχουν σε εκδόσεις πράσινων ομολόγων, κάνοντας τεράστια βήματα στη μείωση των εκπομπών θερμοκηπίου.Τεκμήριο Επίδραση των ανακοινώσεων της νομισματικής πολιτικής στους χρηματιστηριακούς δείκτες των χωρών της ζώνης του ευρώ(29-11-2022) Ζουπάνου, Παρασκευή; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Δράκος, Κωνσταντίνος; Γεωργούτσος, Δημήτριος; Ρομπόλης, ΛεωνίδαςΑντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η επίδραση των ανακοινώσεων της νομισματικής πολιτικής στις αποδόσεις των χρηματιστηριακών δεικτών των χωρών που ανήκουν στη ζώνη του ευρώ. Στη συγκεκριμένη μελέτη, όπως θα αναλυθεί και παρακάτω, μελετώνται οι μεταβολές που εμφάνισαν οι χρηματιστηριακοί δείκτες των 19 χωρών τις ζώνης του ευρώ, κατά το χρονικό διάστημα από το 2004 έως και το 2018. Η προσέγγιση των μεταβολών αυτών πραγματοποιήθηκε με γνώμονα 160 διαφορετικών ημερομηνιών ανακοινώσεων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, χρησιμοποιώντας τις τιμές των τεσσάρων παραγόντων «Target», «FG», «QE» ,«Information». Σε ένα πρώτο στάδιο αντληθήκαν πληροφορίες σχετικά με την επίδραση που επήλθε στους δείκτες την ημέρα κάθε ανακοίνωσης νομισματικής πολιτικής, μελετώντας τις αποδόσεις των δεικτών σε συνάρτηση με τους παραπάνω παράγοντες, για κάθε μία εκ των χωρών ξεχωριστά. Εν συνεχεία, μελετώντας την αλληλεπίδραση μεταξύ των τιμών των τεσσάρων παραγόντων και των αποδόσεων των δεικτών κατά τον ορισμένο χρονικό ορίζοντα 20 ημερών, μετά από κάθε ημερομηνία ανακοίνωσης, εξήχθησαν συμπεράσματα τόσο για τις διακυμάνσεις όσο και για την παροδικότητα που έφεραν οι δείκτες κατά το χρονικό αυτό διάστημα. Τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης οδήγησαν στο συμπέρασμα πως οι παράγοντες FG και Information, φάνηκε πως κατά κύρια βάση δεν εμφάνισαν σημαντική επίδραση στους χρηματιστηριακούς δείκτες των χωρών, ενώ αντίθετα ο παράγοντας Target και QE παρουσίασαν σε μεγάλο βαθμό επίδραση στην απόδοση τους. Επιπλέον, σημαντική διαπίστωση αποτέλεσε ότι η επίδραση που ασκήθηκε σε ορισμένους χρηματιστηριακούς δείκτες πέραν όλων των άλλων ήταν οικονομικά σημαντική, όπως στην Αυστρία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Πορτογαλία και τη Φιλανδία. Τέλος, σε ένα γενικό πλαίσιο συμπεραίνεται από το σύνολο της μελέτης αυτής πως οι ανακοινώσεις της μη-συμβατικής νομισματικής πολιτικής εμφάνισαν σημαντική επίδραση στους χρηματιστηριακούς δείκτες, κατά μήκος όλων των χωρών της Ευρωζώνης και κατά τη διάρκεια του χρονικού αυτού ορίζοντα.Τεκμήριο Εμπειρική μελέτη των σημαντικότερων θεμάτων ελέγχου για εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών για το οικονομικό έτος 2021(30-11-2022) Μύρτο, Τζεσίλντα; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Δουκάκης, Λεωνίδας; Σιουγλέ, Γεωργία; Δεμοιράκος, ΕυθύμιοςΣκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάλυση των Key Audit Matters (KAMs) των σημαντικότερων εταιρειών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών σε σχέση με την κεφαλαιοποίησή τους για το οικονομικό έτος 2021. Τα αποτελέσματα της έρευνας, η οποία στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στο μοντέλο των L. Sierra-Garcia et al.,(2019) έδειξαν ότι αν και εντοπίζονται αρκετές διαφορές ανάμεσα στις εταιρείες με διαφορετικό επίπεδο χρέους, διαφορετικό επίπεδο ρευστότητας και διαφορετικό επίπεδο αποδοτικότητας, στατιστικά σημαντική είναι μόνο η επίδραση του λόγου των δανειακών υποχρεώσεων έναντι των συνολικών κεφαλαίων της εταιρείας. Ωστόσο σε σχέση με την ποιοτική ανάλυση των ειδών των KAMs που χρησιμοποιήθηκαν, τα ευρήματα της παρούσας έρευνας έδειξαν ότι κατά κανόνα χρησιμοποιούνται από τις ελεγκτικές εταιρείες ουσιαστικές διαδικασίες (substantive tests), ενώ για ορισμένες κατηγορίες το σύνολο των ελεγκτικών εταιρειών εφαρμόζουν δοκιμασίες δικλείδων (test of controls).Τεκμήριο Ποιότητα λογιστικών κερδών και νοητικό κεφάλαιο: η περίπτωση εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών(16-02-2023) Παπαχρίστος, Σταύρος; Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής; Καραμπίνης, Νικόλαος; Χέβας, Δημοσθένης; Βλησμάς, ΟρέστηςΣτην παρούσα εργασία εξετάζεται η ποιότητα των κερδών που δημοσιεύουν οι εισηγμένες στο Ελληνικό Χρηματιστήριο επιχειρήσεις μέσω των οικονομικών τους καταστάσεων αναφορικά με τις δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη δημιουργία Νοητικού Κεφαλαίου. Το βασικό στοιχείο που έχει χρησιμοποιηθεί στην έρευνα και θεωρείται ενδεικτικό ποιοτικών κερδών, είναι η συντηρητικότητα. Συγκεκριμένα, ερευνάται η θετική επίδραση της υπό συνθήκη συντηρητικότητας σχετικά με την ένταση των επενδύσεων του Νοητικού Κεφαλαίου στην περίπτωση των ελληνικών εισηγμένων εταιρειών. Μετά την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώνεται η ύπαρξη αρνητικής σχέσης μεταξύ αυτής και της έντασης των επενδύσεων σε Νοητικό Κεφάλαιο.